Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης
«Υπάρχουν αόρατοι κυβερνήτες που ελέγχουν τη μοίρα εκατομμυρίων. […] Σε μερικές πτυχές της καθημερινότητάς μας, όπου νομίζουμε ότι ενεργούμε σύμφωνα με τη θέλησή μας, εξουσιαζόμαστε από “δικτάτορες” που ασκούν τεράστια εξουσία»
– Bernays, Προπαγάνδα, 2015, σελ. 45/46
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
I. ΝΑΡΚΙΣΣΟΙ ΚΑΙ ΑΠΑΤΕΩΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ
ΙΙ. Η ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗ ΤΥΦΛΩΣΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΕΚΛΕΠΤΥΣΜΕΝΗΣ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ
ΙΙΙ. ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ
IV. ΟΙ ΚΑΜΟΥΦΛΑΡΙΣΜΕΝΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Α. ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 29 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Β. ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 51 ΠΑΡ. 3 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ 6 ΠΑΡ. 2 ΕΣΔΑ
Γ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
V. Ο ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΣΤΗΜΙΚΟ ΣΩΚΡΑΤΗ ΦΑΜΕΛΛΟ
VI. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΒΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: ΕΝΑΣ ΔΕΙΝΟΣ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΙΣΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΙΔΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
VII. Ο «ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ ΛΑΟΣ» ΩΣ ΚΟΠΑΔΙ ΚΑΚΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΒΡΕΦΩΝ ΚΑΙ Ο ΧΟΡΟΣ ΤΟΥ ΣΑΔΟΜΑΖΟΧΙΣΤΙΚΟΥ ΤΑΝΓΚΟ
VIII. ΞΑΝΑΖΩΝΤΑΣ «ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΑ» ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ»
IX. ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΟΛΟΣΩΣΤΗ ΘΕΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΒΡΟΜΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ (ΠΛΗΝ ΕΝΟΣ!) ΤΩΝ ΧΑΡΑΜΟΦΑΗΔΩΝ ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗΔΩΝ
Χ. «ΣΗΜΕΡΟΝ ΚΡΕΜΑΤΑΙ ΕΠΙ ΞΥΛΟΥ…»: Η ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ (ΚΑΤΑ)ΔΙΚΗ ΤΩΝ «ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ» ΓΙΑ ΤΟ ΨΕΥΤΟΕΓΚΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΞΑΠΑΤΗΣΗΣ ΕΚΛΟΓΕΩΝ
Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί γραπτή ανάλυση του τρίτου διαδικτυακού μαθήματος που πραγματοποιήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 2024.
I. ΝΑΡΚΙΣΣΟΙ ΚΑΙ ΑΠΑΤΕΩΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ
Η συμπλήρωση 16 μηνών επιστημονικής συνεργασίας μου στο κόμμα των «ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ» σήμανε και την λήξη της.
Είμαι ευγνώμων για την μεγάλη ευκαιρία που μου δόθηκε να πραγματοποιήσω άτυπες μεταπτυχιακές σπουδές εντός του κοινοβουλίου και να διαπιστώσω ιδίοις όμμασιν την αποκαρδιωτική κατάσταση που έχει παγιωθεί στον χώρο της πολιτικής.
Ο ελληνικός λαός θα πρέπει να γνωρίζει ότι η πλειονότητα των πολιτικών είναι «νάρκισσοι και απατεώνες» που, με πρόσχημα την λαϊκή εντολή, επιδιώκουν να πιάσουν την καλή ή να αυξήσουν τις ήδη υπάρχουσες περιουσίες τους, αδιαφορώντας πλήρως για την δεινή θέση στην οποία βρίσκεται ο απλός πολίτης.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο απαξιωτικός όρος «βολευτής» δεν είναι καθόλου υπερβολικός ή άστοχος, αδικεί ωστόσο κάποιους λίγους φιλοπάτριδες που τιμούν την ψήφο που έλαβαν.
Μάλιστα, υπάρχουν αρκετοί πολιτικοί που όχι μόνο αδιαφορούν για τα συμφέροντα των πολιτών, αλλά ηδονίζονται όταν βλέπουν ότι οι τελευταίοι υποφέρουν από τα διάφορα «μέτρα» που λαμβάνουν οι πρώτοι, δήθεν για το καλό του λαού, δήθεν για την «καταπολέμηση» της εκάστοτε κρίσης (όπως συνηθίζουν να λένε οι πολιτικοί μιλώντας την μιλιταριστική γλώσσα τους), η οποία ξεσπά, κατά «μαγικό» τρόπο, χωρίς ποτέ να φταίνε οι πολιτικοί αλλά «το κακό το ριζικό» των πολιτών.
Σε κάθε συνεδρίαση της Βουλής στήνεται μια καλοδουλεμένη (αλλά και χιλιοπαιγμένη) θεατρική παράσταση με κατανεμημένους ρόλους. Τα διαφορετικά κόμματα και ονόματα είναι απλώς φανταχτερές παραπλανητικές ετικέτες, οι οποίες αποβλέπουν στην καλλιέργεια της ψευδαίσθησης ότι το κοινοβούλιο αποτελείται από την κυβέρνηση και τα λοιπά κόμματα, που προσποιούνται ότι πασχίζουν να προασπίσουν τα συμφέροντα του έθνους και του λαού.
Υπό αυτό το πρίσμα, ισχύει και εδώ ό,τι για τον όρο «βολευτής»: ο αντίστοιχος, απαξιωτικός όρος «κυνοβούλιο» δεν είναι καθόλου υπερβολικός ή άστοχος.
Και, φυσικά, είναι άλλο πράγμα να εικάζεις και άλλο πράγμα να βλέπεις με τα ίδια σου τα μάτια ότι το κοινοβούλιο είναι κατειλημμένο από βολεμένους κύνες κάθε ράτσας.
ΙΙ. Η ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗ ΤΥΦΛΩΣΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΕΚΛΕΠΤΥΣΜΕΝΗΣ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ
Η ζοφερή αλήθεια είναι ότι υπάρχει μια παγκοσμιοποιητική-νεοταξίτικη ατζέντα, από την οποία δεν επιτρέπεται να αποκλίνει κανένα από τα γνωστά κόμματα που ανεβοκατεβαίνουν στο πολιτικό παλκοσένικο, δίνοντας την εντύπωση ότι μια «δράκα κοτζαμπάσηδων» έχει το αποκλειστικό δικαίωμα «νομής και κατοχής» της κυβερνητικής εξουσίας.
Βεβαίως, η πηγή του προβλήματος είναι η διανοητική τύφλωση από την οποία πάσχει ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού, ο οποίος δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι εκών-άκων καλείται, κατά κανόνα, μία φορά στα τέσσερα χρόνια να ασκεί το ιερό εκλογικό του δικαίωμα (που, ταυτοχρόνως, είναι και «υποχρέωσή» του – μία ακόμη, εκ πρώτης όψεως παράδοξη, «υποχρεωτικότητα», πλέον όμως ατελής, καθότι η άρνηση εκπλήρωσής της είναι μη αξιόποινη μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος του 2001), ώστε να αισθάνεται υπερήφανος, αλλά προπάντων «κυρίαρχος», καθώς βαυκαλίζεται ότι με την ρίψη του ψηφοδελτίου (διάβαζε: ψευτοδελτίου) έχει την εξουσία να ορίζει εκείνος ποιος βολευτής θα τον αντιπροσωπεύει στο κυνοβούλιο.
Φυσικά, δεν υπάρχει μεγαλύτερη πλάνη από αυτήν. Όχι τόσο διότι, έως έναν βαθμό, εικάζεται ότι γίνεται νοθεία κατά την διαδικασία της ηλεκτρονικής έκδοσης των αποτελεσμάτων, όσο διότι οι μηχανισμοί εκλεπτυσμένης προπαγάνδας λειτουργούν τόσο επαγγελματικά και άψογα, που ο πολίτης δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί την υπόκωφη επιρροή που δέχεται πανταχόθεν:
Περπατώντας στον δρόμο βομβαρδίζεται από προπαγανδιστικά συνθήματα, τα οποία εκσφενδονίζουν «αόρατες σφαίρες» κατευθείαν μέσα στο μυαλό του, προκειμένου με αυτόν τον τρόπο ο πολίτης να διαμορφώνει την γνώμη που επιθυμεί διακαώς ο αθέατος προπαγανδιστής.
Ήδη από το 1980, ο Βασίλης Φίλιας σημείωνε:1
«Ο άνθρωπος της εποχής μας υπόκειται σε απίθανες συσκοτίσεις και τελεί μόνιμα κάτω από την εξοντωτική χρησιμοποίηση των λέξεων όχι σαν εκφράσεων ουσιαστικών νοημάτων, αλλά σαν δημεγερτικών συνθημάτων (τα περίφημα slogan), που καταντάει να αποκτούν μυστικιστικό περιεχόμενο κι επίδραση.
Η πνευματική άνεση –γράφε ακρισία– του μέσου ανθρώπου σήμερα, που με τόση έμφαση κι επιμονή καλλιεργείται από τα μέσα μαζικής “πληροφοριοδότησης” και προπαγάνδας, στηρίζεται πάνω στην αρχή της “απλούστευσης”, που σε θέματα με πολύπλευρη προβληματική είναι συνώνυμη με αντιπνευματικό εκχυδαϊσμό.
Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η ευκολία χρησιμοποίησης των όρων ελευθερία και δημοκρατία με τη σιωπηρή συμφωνία των λεγόμενων πνευματικών φορέων να μη θίγονται και φυσικά να μην αναλύονται τα συγκεκριμένα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά στοιχεία, που συνθέτουν μια ουσιαστική ανθρώπινη ελευθερία σαν θεμελίου και υποδομής της Δημοκρατίας».
Οι «αόρατες σφαίρες» μετατρέπονται σε «εκτυφλωτικές πυρηνικές βόμβες», μόλις ο πολίτης κάνει το μοιραίο λάθος να ανοίξει την τηλεόραση, το καλούμενο «χαζοκούτι», που παλιά, τουλάχιστον, διέθετε δύο ορατά διαβολικά κέρατα για κεραία, τοποθετημένα στην κεφαλή της «παχύσαρκης» οθόνης, αλλά, με την εξέλιξη της τεχνολογίας, οι κεραίες-κερατάκια κρύφτηκαν μέσα στην «αδυνατισμένη»-επίπεδη οθόνη, ιδανικό ατομικό αναμορφωτήριο για κάθε κωθώνι.
Στην πραγματικότητα, όμως, όλα σχεδόν τα κόμματα καθοδηγούνται από έναν «αόρατο μαριονετίστα», με άλλα λόγια: από έναν «αφανή μαέστρο» που συντονίζει τα κομματικά του όργανα. Κάθε πρώτο βιολί έχει πίσω του μια μικρή ομάδα από image makers-επικοινωνιολόγους, ειδικούς στην προπαγάνδα, οι οποίοι βοηθούν στο παίξιμο της κομματικής μελωδίας κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να μπορεί να σαγηνεύει το κοινό όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται.
Όπως επισημαίνει ο καθηγητής Πολιτικής Ψυχολογίας Θάνος Λίποβατς στο βιβλίο του «Η ψυχοπαθολογία του πολιτικού»:2
«Προκειμένου να κινητοποιηθούν οι μάζες, δεν αρκεί ούτε η βία ούτε ο ορθός Λόγος, αλλά χρειάζονται και τα φαντασιακά στοιχεία της σαγήνευσης. Όσο πιο αναπτυγμένη είναι η πολιτική κουλτούρα μιας χώρας, τόσο πιο πολύ εξαφανίζεται το στοιχείο της βίας, μειώνεται η σαγήνευση και επικρατεί ο ορθός Λόγος. Στο χώρο της θρησκείας η σαγήνευση αντιστοιχεί στο στοιχείο της Πίστης. Η σαγήνευση είναι βασικό χαρακτηριστικό του γοήτρου του Οδηγού, ο οποίος έχει την ικανότητα να παρουσιάζει στις μάζες των οπαδών μια “καλύτερη” πραγματικότητα και να μεταμορφώνει το κοινότοπο σε εξαιρετικό».
Στο σημείο αυτό είναι καίρια η ακόλουθη διαπίστωση του Λίποβατς:
«Αυτός ο μηχανισμός λειτουργεί πάντα […] αμφίρροπα, δηλαδή ανεξάρτητα από τους “καλούς” ή “κακούς” σκοπούς: κάθε ενθουσιασμός και κάθε αποτελεσματικότητα στην κινητοποίηση των μαζών απαιτεί οι στόχοι να εμφανίζονται ιδεοποιημένοι, ωραιοποιημένοι, άσχετα αν πρόκειται για εγκλήματα ή για πράξεις απελευθέρωσης, ανοικοδόμησης, αλληλεγγύης».
Πολύ σημαντική είναι και η επισήμανση του Μπερνέζ3 ότι, μετά την απώλεια της βασιλικής εξουσίας που ασκούσε ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ («Το κράτος είμαι εγώ») και την μεταβίβασή της στον λαό, «η μειονότητα ανακάλυψε ένα ισχυρό βοήθημα για να επηρεάσει την πλειονότητα».
Αυτό δεν είναι άλλο από την προπαγάνδα!
Συνεχίζει ο Μπερνέζ:
«Αποδείχθηκε ότι ο τρόπος σκέψης των μαζών μπορεί να διαμορφωθεί με τέτοιον τρόπο, ώστε αυτές να διοχετεύουν τη νεοαποκτηθείσα δύναμή τους προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Στην εποχή μας κάθε σημαντικό κοινωνικό εγχείρημα –είτε αυτό αφορά την πολιτική είτε την οικονομία, τις κατασκευές, τη γεωργία, τη φιλανθρωπία, την εκπαίδευση ή όποιο άλλο πεδίο– πρέπει να υλοποιείται με τη βοήθεια της προπαγάνδας. Η προπαγάνδα είναι ο εκτελεστικός βραχίονας της αόρατης κυβέρνησης».
ΙΙΙ. ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ
Σε ό,τι αφορά τις επιτροπές και τις παρα-επιτροπές που στήνονται ανά περιόδους στο κυνοβούλιο, αυτές προσφέρουν ένα άλλοθι στην δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Αμφότερα έχουν σκοροφαγωθεί θεσμικά εκ των ένδον, από όλους εκείνους του πολιτικούς οι οποίοι, μετά την δολοφονία Καποδίστρια, προδίδουν συστηματικά την πατρίδα, αποδεχόμενοι να ενεργούν ως ξενόδουλοι οσφυοκάμπτες, ώστε να απολαμβάνουν τα μεγαλεία της προνομιακής θέσης τους εντός του κυνοβουλίου.
Αυτή η φοβερή προδοσία είχε διαπιστωθεί από τον δικηγόρο Πωλ Άλντερμαντ Πόρτερ, επικεφαλής ειδικής επιτροπής Αμερικανών εμπειρογνωμόνων, ο οποίος είχε αφιχθεί στην Ελλάδα την 18η Ιανουαρίου 1947 για να μελετήσει την κοινωνική και πολιτική κατάσταση της χώρας.
Στο περιοδικό Κόλιερς (Collier’s) του μηνός Σεπτεμβρίου 1947, ο «σούπερ-επόπτης» Πόρτερ περιέγραφε την ξενόδουλη πολιτική πρακτική της κυβέρνησης, την εγωιστική προώθηση των συμφερόντων μιας μικρής κλίκας και την σκανδαλώδη προστασία των εφοπλιστών με τρόπο που προκαλεί στον αναγνώστη την καταθλιπτική συνειδητοποίηση ότι το φρικαλέο status quo της προνομιούχου ελίτ εκτείνεται αδιατάρακτο μέχρι τις μέρες μας.
Σύμφωνα με την χαρακτηριστική αποστροφή του άρθρου του Πόρτερ, όπως αναπαράγεται στο βιβλίο του Σπύρου Κ. Θεοδωρόπουλου «Από το δόγμα Τρούμαν στο δόγμα Χούντα (Από τον Τρούμαν στον Κίσσινγκερ)»:4
«Απ’ ό,τι μπόρεσα να διαπιστώσω, η κυβέρνηση δεν έχει καμιάν άλλη πολιτική πρακτική από το να ζητάει συνέχεια ξένη βοήθεια για να διατηρεί την εξουσία της και να διασώζει τα προνόμια της μικρής κλίκας εμπόρων και τραπεζιτών, οι οποίοι αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα».
«Τα μέλη αυτής της κλίκας επιθυμούν να διατηρήσουν άθικτο ένα φορολογικό σύστημα που τους ευνοεί, με αληθινά σκανδαλώδη τρόπο».
«Τα συμφέροντα των εφοπλιστών προστατεύονται επίσης με σκανδαλώδη τρόπο. Η ελληνική εμπορική ναυτιλία ανθεί στην εποχή μας και οι εφοπλιστές κερδίζουν τεράστια ποσά, αλλά το χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος δεν αποκομίζει κανένα όφελος απ' αυτό. Οι μισθοί των ναυτικών γυρίζουν στην Ελλάδα, αλλά οι εφοπλιστές ασφαλίζουν το μεγαλύτερο μέρος των κερδών τους στις ξένες χώρες».
«Θυμάμαι ακόμα ένα από τα πιο επίσημα γεύματα ενός από τους σημαντικότερους τραπεζίτες, που με είχε καλέσει στη βίλα του των Αθηνών. Είχε τρεις σερβιτόρους με λιβρέα, μια ποικιλία απ’ τα πιο φίνα κρασιά και φαγητά διάφορα, περίφημα γαρνιρισμένα. Κατά τη διάρκεια του γεύματος, ένας από τους αντιπροσώπους της κλίκας που ανέφερα άρχισε να εξυμνεί τις ομορφιές της ζωής κοντά στη θάλασσα, καθώς και τις χαρές των αριστοκρατικών σπορ.
Η αντίθεση ανάμεσα στο γεύμα αυτό και στα παιδιά που πεθαίνουν από την πείνα στους δρόμους της Αθήνας είναι πραγματικά τρομερή».
Στο βιβλίο «Δυναστείες και Δυνάστες»5, ο Μάριος Πλωρίτης είχε κάνει μια παρατήρηση που ισχύει στο ακέραιο μισόν αιώνα αργότερα:
«Αθυμία βαθύτατη κυριεύει τον αναγνώστη των σελίδων αυτών (και πόσων άλλων!), καθώς βλέπει με πόσο τραγική μονοτονία αντιγράφει η νεοελληνική ιστορία τον εαυτό της – πόσο οι ίδιες αιτίες έχουν τα ίδια πάντα αποτελέσματα, πόσο οι ίδιοι θεσμοί ακολουθούν την ίδια πάντα νοοτροπία και μεταχειρίζονται τα ίδια πάντα μέσα».
Μόνη μας ελπίδα να ισχύει μέχρι σήμερα και η φράση του Τρικούπη, την οποία αναδεικνύει λίγες αράδες παρακάτω ο Πλωρίτης:
«… εγγύς πλέον είναι η ώρα καθ’ ην η θεραπεία θα προέλθη εκ της υπερβολής του κακού».
Και δεν χωρεί αμφιβολία ότι:
η κυβέρνηση Κυρ. Μητσοτάκη ξεπέρασε σε κακία, αλαζονεία και αυταρχισμό οποιαδήποτε προγενέστερη.
Μια από τις θεατρικές παραστάσεις που είχα την τύχη να παρακολουθήσω ήταν εκείνη της 31ης Αυγούστου 2023, όταν διεξήχθη η (κατά τα ειωθότα) υποκριτική συζήτηση με αντικείμενο τις πυρκαγιές, οι οποίες παρουσιάσθηκαν ως δήθεν συνέπεια της κλιματικής αλλαγής, ενώ, ήδη από την εποχή της χούντας των συνταγματαρχών, οφείλονται σε ενέργειες ή παραλείψεις του καθεστώτος.
Μου είχε προξενήσει τότε μεγάλη εντύπωση πόσο χαρούμενοι ήταν οι μαυρισμένοι από τις διακοπές τους βολευτές, οι οποίοι είχαν φορέσει τα ακριβά συνολάκια τους και έκαναν πλακίτσες μεταξύ τους, ενώ σε λίγη ώρα θα ξεκινούσε ο απολογισμός για την αποτέφρωση των δασών μας.
Πόσο σοφή η ρήση του αισώπειου μύθου:
«των οικιών ημών εμπιπραμένων υμείς άδετε» – από δω, λοιπόν, α πάγετε!
IV. ΟΙ ΚΑΜΟΥΦΛΑΡΙΣΜΕΝΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Αξέχαστο, όμως, θα μου μείνει και το διήμερο της κόλασης που έμελλε να ζήσω, όταν χρειάστηκε να αντικρούσω πρώτα το κατάπτυστο υπόμνημα του ΠΑΣΟΚ κατά της συμμετοχής των «ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ» στις ευρωεκλογές και, ακολούθως, το φαρισαϊκό υπόμνημα που κατέθεσε, την τελευταία στιγμή, λίγες ώρες προτού εκπνεύσει η προβλεπόμενη προθεσμία, το ψευτοαντίπαλο κομματικό αδελφάκι του ΠΑΣΟΚ, δηλ. η παράταξη της «ΝΕΑΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ».
Ας θυμηθούμε το μνημείο υποκρισίας που περιείχε το γαλάζιο υπόμνημα της ντροπής:6
«Η Νέα Δημοκρατία», έγραψαν οι φωστήρες συντάκτες του, «έχει ιστορική παρακαταθήκη προστασίας της δημοκρατίας απέναντι στους εχθρούς της!».
Έτσι ακριβώς μιλάει ένας γνήσιος προπαγανδιστής που φορά την μάσκα του δημοκράτη και υποδύεται τον προστάτη της.
Με όλα όσα έχει κάνει ιδίως από το 2020 και μετά το κόμμα της Νέας Δικτατορίας, πιστοποιεί ότι καμουφλαρισμένος εχθρός της δημοκρατίας είναι η ίδια, και όσοι στιγματίζονται από τον αρχηγό της και τα γιουσουφάκια του ως «εχθροί της δημοκρατίας» είναι οι φίλοι της δημοκρατίας.
Για μία ακόμη φορά η θεωρία του Θαυμαστού Ανάποδου Κόσμου, μέσω της οποίας αποκαλύπτεται ο τρόπος λειτουργίας της προπαγάνδας, μας βοηθά να καταλάβουμε τον λύκο που γυροφέρνει τις αγαθιάρες κοκκινοσκουφίτσες.
Ειδικά γι’ αυτήν την λευκή νύχτα, στην διάρκεια της οποίας γλέντησα τον ψευτοπροστάτη της δημοκρατίας Κυριάκο Μητσοτάκη και τους αυλοκόλακές του, δεν θα άλλαζα με τίποτε την απόφασή μου να προσφέρω νομική βοήθεια στους «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ».
Η δήλωση που έκανα έξω από τον Άρειο Πάγο δεν προβλήθηκε ποτέ από τα κρατικά ή ιδιωτικά κανάλια, αφού τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης ελέγχονται από το ολοκληρωτικού τύπου καθεστώς της Νέας Δικτατορίας. Ωστόσο, είναι ανηρτημένη στο κανάλι μου:
Φυσικά, όπως αναμενόταν, το γλέντι ήταν καθαρά υποκειμενικής αισθήσεως, αφού οι Αρεοπαγίτες πέταξαν το απαντητικό υπόμνημα των «ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ» στον κάλαθο των αχρήστων, έχοντας προφανώς προαποφασίσει με ποια αντισυνταγματική επιχειρηματολογία θα απέκλειαν τους «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ» από την συμμετοχή τους στις ευρωεκλογές.
H επόμενη σκληρή νομική μάχη δόθηκε στις 28 Ιουνίου 2024 ενώπιον του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (Εκλογοδικείου), όπου κατέθεσα την ένσταση των «ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ» κατά του κύρους της εκλογής μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στρεφόμενος εναντίον της υπ’ αριθμ. 76/16-06-2024 αποφάσεως του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου περί ανακηρύξεως βουλευτών.
Ειδικότερα, ο Άρειος Πάγος εσφαλμένως και αντισυνταγματικώς απεφάνθη ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις ανακήρυξης και, συνακόλουθα, συμμετοχής στις Ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου 2024 του κόμματος «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ», παρότι αυτό πληρούσε τις νόμιμες προϋποθέσεις για την ανακήρυξή του σύμφωνα με το Σύνταγμα, επικαλούμενο το άρθρο 32 παρ. 1 του π.δ. 26/2012, το οποίο, όμως, (έτσι όπως αντικαταστάσθηκε από τις διατάξεις των άρθρων άρ. 93 Ν. 4804/2021 και 102 Ν. 5019/2023, που είναι γνωστοί και ως «νόμοι Βορίδη») λόγω της ευθείας αντίθεσής του προς το Σύνταγμα δεν έπρεπε να εφαρμοσθεί, αφού, κατ’ άρθρο 87 παρ. 2 Συντάγματος:
«οι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους και σε καμία περίπτωση δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με διατάξεις που έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγματος».
Αλλά και στο άρθρο 93 παρ. 4 Συντ. ορίζεται ότι:
«Tα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα».
Η επίμαχη πρόβλεψη του ανωτέρω άρθρου ήταν η εξής:
«Ο πρόεδρος, ο γενικός γραμματέας, τα μέλη της διοικούσας επιτροπής, ο νόμιμος εκπρόσωπος και η πραγματική ηγεσία του κόμματος να μην έχουν καταδικασθεί σε οποιονδήποτε βαθμό σε κάθειρξη για τα αδικήματα των κεφαλαίων 1 6 του Δεύτερου Βιβλίου του Ποινικού Κώδικα, ή σε οποιαδήποτε ποινή για εγκλήματα του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα που επισύρουν την ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Η αποστέρηση του δικαιώματος κατάρτισης συνδυασμών, σύμφωνα με την παρούσα περίπτωση, ισχύει για τη χρονική διάρκεια της επιβληθείσας ποινής και υπολογίζεται από την επομένη της ημέρας της οριστικής καταδικαστικής απόφασης. […] H κρίση περί του ότι η δράση του πολιτικού κόμματος δεν εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος δύναται να λάβει χώρα μόνο όταν υφίσταται καταδίκη σε οποιονδήποτε βαθμό υποψηφίων βουλευτών ή ιδρυτικών μελών ή διατελεσάντων προέδρων για τα αδικήματα των άρθρων 134, 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα».
Στην μορφή, όμως, που έλαβε το άρ. 32 παρ. 1 π.δ. 26/2012 μετά την αντικατάστασή του από τους προαναφερθέντες «νόμους Βορίδη», προσκρούει κατάφωρα και καταφανώς σε θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος. Ειδικότερα:
Α. ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 29 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Στο άρθρο 29 Συντ. προβλέπεται ότι:
«Έλληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος»
Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι το ελληνικό Σύνταγμα, όπως θεσπίσθηκε το 1975 και ισχύει μέχρι σήμερα στην αναθεωρημένη του μορφή, δεν περιέχει πρόβλεψη απαγόρευσης κόμματος, αλλά αρκείται στην διακηρυκτική διατύπωση ότι η «η οργάνωση και η δράση» των κομμάτων «οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος», χωρίς να προβλέπει καμία κύρωση σε περίπτωση που κάποιο πολιτικό κόμμα δεν πληροί την επίμαχη, ηθικού χαρακτήρα («οφείλει να…»), δημοκρατική προϋπόθεση.
Την απάλειψη της αρχικώς προταθείσας διατάξεως για την εκτός νόμου θέση πολιτικού κόμματος σχολιάζει επιδοκιμαστικά και ο αείμνηστος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Αριστόβουλος Μάνεσης στο βιβλίο του «Συνταγματική Θεωρία και Πράξη» και, ειδικότερα, στο 2ο Κεφάλαιο με τίτλο «Η κρίση των θεσμών της φιλελεύθερης δημοκρατίας και το Σύνταγμα»:7
«Πάντως είναι ευτύχημα ότι, χάρη στην επιμονή των κομμάτων της αντιπολίτευσης, η Κυβέρνηση δέχτηκε τελικά να απαλείψει τη διάταξη του κυβερνητικού Σχεδίου Συντάγματος (άρθρο 12 παρ. 3) που, υιοθετώντας τις αντιλήψεις περί “εσωτερικού εχθρού” και αποβλέποντας στην κηδεμόνευση του λαϊκού φρονήματος, προέβλεπε την εκτός νόμου θέση πολιτικών κομμάτων, ορίζοντας μάλιστα, στην αρχική της διατύπωση (παρ. 4), και ότι “οι βουλευταί κόμματος, τεθέντος εκτός νόμου, κηρύσσονται έκπτωτοι του αξιώματός των, αι κατεχόμεναι δε παρ’ αυτών έδραι εν τη Βουλή παραμένουν κεναί μέχρι λήξεως της βουλευτικής περιόδου”! Επρόκειτο για επανάληψη, σχεδόν κατά λέξη, των διατάξεων του άρθρου 58 παρ. 5 και 6 των χουντικών “Συνταγμάτων” του 1968 και 1973»8.
Ενόψει των ανωτέρω, η λεγόμενη «δημοκρατική ρήτρα» του άρθρου 29 Συντ. δεν επιτρέπεται να ερμηνεύεται κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να λειτουργεί τελικώς ως μια ύπουλη κερκόπορτα, μέσω της οποίας παρεισάγεται αυτό που απαγορεύεται να εισέρχεται από την μπροστινή πόρτα, δηλ. η απαγόρευση ή, σε συναφή διατύπωση, ο αποκλεισμός πολιτικού κόμματος.
Με άλλα λόγια, ο εκλογικός νόμος δεν είναι δυνατόν να οδηγεί, διά της πλαγίας οδού, σε εκείνο το αποτέλεσμα που ο συντακτικός νομοθέτης έχει εκ προοιμίου απορρίψει ως αναγνωρισμένο «κανόνα του παιχνιδιού».
Εν προκειμένω είναι χαρακτηριστική η επισήμανση του Αριστόβουλου Μάνεση9, η οποία φωτογραφίζει με πρωτοφανή προφητική ευκρίνεια όσα διαδραματίζονται στην Ελλάδα κατά την παρούσα πολιτική συγκυρία.
Ειδικότερα, με αφορμή το φαινόμενο που παρουσιάζεται στο πλαίσιο της «φιλελεύθερης δημοκρατίας», δηλ. το ότι «οι κρατούντες φροντίζουν να διευθετήσουν τη λειτουργία των θεσμών της ενόψει ή έστω με την επίκληση του κινδύνου του “εσωτερικού εχθρού”», πιο συγκεκριμένα ότι «προσπαθούν να αποτρέψουν τη χρησιμοποίησή τους από άτομα, ομάδες ή κόμματα που τα χαρακτηρίζουν σαν “εσωτερικό εχθρό”», ο Μάνεσης θέτει το ερώτημα «τι απομένει έτσι από τη φιλελεύθερη δημοκρατία;», για να δώσει την εξής ανησυχητική απάντηση:
«Πρόκειται ουσιαστικά για αναίρεση των θεσμικών και ιδεολογικών βάσεών της».
Ο Μάνεσης προβαίνει και σε μια άλλη ζοφερή διαπίστωση, η οποία ισχύει μέχρι κεραίας στην σημερινή εποχή της αυταρχικής και συνταγματοδιαλυτικής διακυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη:10
«Όταν η δημοκρατία τείνει να γίνει “διευθυνόμενη”, αυτοαναιρείται. Έτσι το αστικό κράτος της εποχής μας τείνει, αντικειμενικά, να καταστεί αυταρχικό. Η τέτοια μετεξέλιξή του επιβεβαιώνεται κατά το βαθμό που μέσα στο θεσμικό του πλαίσιο, με την επίκληση του “εσωτερικού εχθρού”, η νομιμότητα παύει να είναι αδιαίρετη και τείνει να λειτουργεί μόνο για τους “πολίτες-φίλους” των κρατούντων. Πράγματι είναι ιδιάζον γνώρισμα των αυταρχικών καθεστώτων, η νομιμότητα να ισχύει υπό την επιφύλαξη της νομιμοφροσύνης».
Σημειωτέον ότι ο Αριστόβουλος Μάνεσης11 ερμήνευε το φαινόμενο της επίκλησης των «εσωτερικών εχθρών» της δημοκρατίας ως μια ύπουλη προσπάθεια της κυρίαρχης τάξης να καταλύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς, «χαρακτηρίζοντας τους πολιτικούς αντιπάλους της εχθρούς της πολιτικής ελευθερίας».
Το εν λόγω τέχνασμα της κρατικής εξουσίας, το οποίο εφήρμοσε επακριβώς η παρούσα κυβέρνηση εναντίον του κόμματος «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ», περιγράφεται από τον Μάνεση (ό.π., σελ. 563/564) ως ακολούθως:
«Όσο για την κυρίαρχη τάξη, μ’ αυτή συμβαίνει το εξής, από πρώτη άποψη, “παράδοξο”: όταν δεν μπορεί, εξ αιτίας του δεδομένου συσχετισμού δυνάμεων, να απαρνηθεί ολότελα την ιδεολογία της και να καταλύσει ανοιχτά τους θεσμούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας, εμφανίζεται αντίθετα –κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία– ότι μεριμνά για την κατοχύρωσή τους. Ακόμη περισσότερο: διεκδικεί για τον εαυτό της ένα είδος “πολιτικής ορθοδοξίας”. Και στο όνομα αυτής της ειδικότερα “δημοκρατικής ορθοδοξίας”, αφορίζει τους φορείς απόψεων που την αντιμάχονται: τους καθιστά “αποσυνάγωγους”, τείνει να τους αποκλείσει από τον πολιτικό βίο και τους εμποδίζει να χρησιμοποιούν ισότιμα τις θεσμοποιημένες δημοκρατικές διαδικασίες και τις ατομικές ελευθερίες. Διότι τους χαρακτηρίζει “εσωτερικούς εχθρούς”. Ουσιαστικά, όμως, πρόκειται για τις νέες κοινωνικοπολιτικές δυνάμεις που θα μπορούσαν, μέσα στα πλαίσια της υφισταμένης νομιμότητας, να προωθηθούν στην εξουσία. Το κατεστημένο έχει άλλωστε την τάση να επικαλείται τον κίνδυνο από τον “εσωτερικό εχθρό” ακόμη και σε περιπτώσεις που δεν είναι υπαρκτός ή να τον μεγαλοποιεί όποτε τούτο εξυπηρετεί τη συσπείρωση των συντηρητικών δυνάμεων. Με αυτή τη νοοτροπία ενδέχεται να διώκονται, όχι μόνο κατασταλτικά και όχι μόνο οι παράνομες πράξεις, αλλ’ ακόμη και οι πολιτικές ιδέες οι αντίθετες προς τις κατεστημένες. Οι κρατούντες, διεκδικώντας για τον εαυτό τους την ικανότητα να “ορθοτομούν τον λόγον της (δημοκρατικής) αλήθειας”, χαρακτηρίζουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους, εχθρούς της πολιτικής ελευθερίας και τους αντιμετωπίζουν σαν τέτοιους. Και μιμούμενοι τον Saint-Just και τον αδιάφθορο Ροβιεσπιέρο, επαναλαμβάνουν για λογαριασμό τους το απόφθεγμα: “όχι ελευθερία για τους εχθρούς της ελευθερίας” – λησμονώντας ότι τούτο κυριαρχούσε μεν κατά τη γαλλική επανάσταση, αλλά στην περίοδο της τρομοκρατίας. Απομένει πάντως να καθοριστεί κάθε φορά –από ποιον;– ποιοι είναι πράγματι οι “εχθροί της ελευθερίας”. Εάν ο καθορισμός αυτός είναι εύκολο να γίνεται από τους εκάστοτε κρατούντες, αφού αυτοί έχουν τη δυνατότητα να επιβάλουν καταναγκαστικά τις αντιλήψεις τους με μορφή νομικών κανόνων –auctoritas, non veritas facit legem–, χαρακτηρίζοντας “εχθρούς της ελευθερίας” τούς δικούς τους εχθρούς, δηλαδή τους εχθρούς της εξουσίας, δεν συμβαίνει το ίδιο με τους εξουσιαζόμενους, οι οποίοι δεν έχουν τέτοια δυνατότητα, να επιβάλουν δηλαδή και αξιοποιήσουν τη δική τους αντίστροφη αντίληψη.
Σε κάθε περίπτωση όμως είναι βέβαιο ότι οι περιορισμοί της ελευθερίας ενδιαφέρουν “δυνάμει” όλους τους κυβερνωμένους, έστω και αν φαίνεται ότι σε συγκεκριμένη στιγμή αφορούν και προσβάλλουν ορισμένους μόνον απ’ αυτούς. Διότι η ελευθερία, τόσο εννοιολογικά όσο και ιστορικά, έχει διαλεκτικό χαρακτήρα. Γι’ αυτό και είναι αδιαίρετη. Όλοι μπορούν να απειληθούν, από τη στιγμή που αναιρείται για ορισμένους. Ακόμη περισσότερο; Η ελευθερία που αξίζει δεν είναι τόσο η ελευθερία των συμφωνούντων, όσο η ελευθερία των διαφωνούντων. Όπως είχε πει η Ρόζα Luxemburg, ελευθερία είναι πάντα, τουλάχιστον, η ελευθερία εκείνου που σκέπτεται διαφορετικά. “Η ελευθερία για μόνους τους οπαδούς της κυβέρνησης ή για τα μέλη ενός μόνο κόμματος, οσοδήποτε πολυάριθμοι και αν είναι, δεν είναι ελευθερία… Η ελευθερία παύει να είναι αποτελεσματική όταν γίνεται προνόμιο”»12.
Λίγες αράδες παρακάτω, ο Μάνεσης13 καταλήγει σε ένα άκρως ανησυχητικό συμπέρασμα για την απουσία δημοκρατίας και ελευθερίας που αντανακλάται στον αντισυνταγματικό αποκλεισμό του κόμματος «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ» από την διεξαγωγή των εκλογών για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
«Η καθιέρωση οποιασδήποτε “πολιτικής ορθοδοξίας” σημαίνει ότι η κρατική εξουσία διεκδικεί εκτός από το “μονοπώλιο της βίας” και το “μονοπώλιο της αλήθειας”. Όταν, όμως, βάσει αυτού, απαγορεύει ή παρεμποδίζει πολιτικές ιδέες και δραστηριότητες, όταν αντικαθιστά τον διάλογο με το μονόλογο, τότε δεν υπάρχει δημοκρατία –η οποία προϋποθέτει και συνεπάγεται, ανέχεται και προστατεύει την πολλαπλότητα (πλουραλισμό) ως εγγύηση του “αυτοκαθορισμού” των κυβερνωμένων– αλλά αυταρχισμός και καταπίεση».
Β. ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 51 ΠΑΡ. 3 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ 6 ΠΑΡ. 2 ΕΣΔΑ
Στο άρθρο 51 παρ. 3 Συντ. προβλέπεται ότι:
«Oι βουλευτές εκλέγονται με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία από τους πολίτες που έχουν εκλογικό δικαίωμα, όπως νόμος ορίζει. O νόμος δεν μπορεί να περιορίσει το εκλογικό δικαίωμα παρά μόνο αν δεν έχει συμπληρωθεί κατώτατο όριο ηλικίας ή για ανικανότητα δικαιοπραξίας ή ως συνέπεια αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για ορισμένα εγκλήματα».
Περαιτέρω, στο άρ. 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ (βλ. πλέον και άρ. 71 νέου ΚΠΔ), όπου κατοχυρώνεται το «τεκμήριο της αθωότητος», κατάκτηση του νομικού μας πολιτισμού και αντανάκλαση της πρωταρχικής υποχρέωσης της Πολιτείας να σέβεται και να προστατεύει την αξία του ανθρώπου (άρ. 2 παρ. 1 Συντ.) προβλέπεται ότι:
«Παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του».
Το ΕΔΔΑ έχει αποφανθεί ότι το τεκμήριο αθωότητος ισχύει και στην κατ’ έφεσιν δίκη, δεχόμενο τοιουτοτρόπως ότι ισχύει μέχρι την έκδοση αμετακλήτου αποφάσεως:14
«το τεκμήριο της αθωότητας δεν μπορεί να παύσει να εφαρμόζεται στην έφεση λόγω του ότι η πρωτοβάθμια διαδικασία είχε ως αποτέλεσμα την καταδίκη του ενδιαφερομένου. Ένα τέτοιο συμπέρασμα θα ήταν αντίθετο στον ρόλο της κατ’ έφεση δίκης, κατά την οποία ο αρμόδιος δικαστής υποχρεούται να ξαναδικάσει, ως προς τα πραγματικά περιστατικά και ως προς το δίκαιο, την απόφαση που του ανατίθεται. Το τεκμήριο αθωότητας δεν θα εφαρμοζόταν έτσι σε μια διαδικασία μέσω της οποίας ο ενδιαφερόμενος ζητά μια νέα κρίση της υπόθεσής του και έχει ως στόχο την αναίρεση της προηγούμενης καταδίκης του».
Βαίνοντας αντίθετο προς το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ ο Άρειος Πάγος επινόησε ανερυθρίαστα στο σκεπτικό της υπ’ αριθμ. 1/2024 αποφάσεως του Α1 Πολιτικού Τμήματος το εξής στρεβλό επιχείρημα:
«Το τεκμήριο αθωότητας είναι κεκτημένο της δημοκρατικής πολιτείας και η επίκλησή του παρίσταται καταχρηστική, όταν έχει καταδικαστεί, ακόμα και πρωτόδικα, ο αρχηγός ενός πολιτικού κόμματος για κάποιο από τα αδικήματα που στρέφονται κατά του ίδιου του πολιτεύματος, πόσο μάλλον όταν εκτίεται η ποινή που επιβλήθηκε με οριστική δικαστική απόφαση γι’ αυτά. Διαφορετική αντίληψη θα καθιστούσε πλήρως αδύναμη τη μαχόμενη δημοκρατία και η επίκληση του τεκμηρίου αθωότητας απ’ αυτόν θα αποτελούσε τον Δούρειο ίππο για την κατάλυσή της».
Η ανωτέρω παραδοχή είναι προφανές ότι αποτελεί πρωτοφανές σόφιασμα που υποσκάπτει ύπουλα τους δικαιοκρατικούς πυλώνες στους οποίους πρέπει να στηρίζεται το δημοκρατικό πολίτευμα. Εφόσον ως ένας τέτοιος πυλώνας ευρωπαϊκής και οικουμενικής ακτινοβολίας αναγνωρίζεται η εφαρμογή του τεκμηρίου της αθωότητας, είναι αδιανόητο να έρχεται ο κοινός νομοθέτης και να καταλύει το εν λόγω τεκμήριο στο όνομα της «μαχόμενης δημοκρατίας».
Θα έπρεπε να είναι προφανές ότι «καταχρηστική επίκληση» του τεκμηρίου αθωότητος αποτελεί μια αντίφαση εν εαυτή (contradictio in adiecto), αφού σκοπός αυτού του τεκμηρίου είναι ακριβώς να προστατεύσει τον κατηγορούμενο από εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων, στην οποία μπορεί να προέβησαν οι δικαστές του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου.
Άλλωστε, δεν πρέπει να παροραθεί ότι το άρθρο 281 ΑΚ περί καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος «δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για ανάλογη χρήση της έννοιας της κατάχρησης δικαιώματος με σκοπό την περιστολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων».
Τούτο, διότι «το άρθρ. 281 ΑΚ αποσκοπεί στην παροχή προστασίας ιδιωτικών συμφερόντων έναντι απειλής που προέρχεται από άσκηση άλλων ιδιωτικών δικαιωμάτων. Αντίθετα, […] τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι “κανόνες διατυπωμένοι έτσι ώστε να παρέχουν σταθερή προστασία στα άτομα εναντίον δυνάμεων που είναι ισχυρότερες από αυτό, αλλά και από τις δυνάμεις αυτές. Εναντίον του Κράτους ή ακριβέστερα των κυβερνώντων, γιατί διαθέτουν, μαζί με τα υλικά μέσα εξαναγκασμού και συντριβής κάθε αντιστάσεως και το ηθικό και ψυχολογικό να δικαιολογούν τη χρήση τους με το νόμο (αυτό είναι η απαγόρευση των βασάνων, οι προσωπικές και πολιτικές ελευθερίες και τα σχετικά δικαιώματα).
Από το κράτος, σαν απαίτηση είτε συνδρομής του διά την αντιμετώπιση κινδύνων της ζωής και την ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου (κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα), είτε επεμβάσεως των οργάνων του, νομοθετικών και εκτελεστικών, για να προστατεύσουν το άτομο από επιβουλές της ελευθερίας του προερχόμενες από άλλους ιδιώτες (σεβασμός της ιδιωτικής ζωής, τριτενέργεια των δικαιωμάτων προσωπικής ελευθερίας)”. Κατά συνέπεια δεν είναι δυνατή η επίκληση της κατάχρησης δικαιώματος, που θεσπίζει το 281 ΑΚ για τον περιορισμό θεμελιωδών ελευθεριών»15.
Εφόσον, λοιπόν, το τεκμήριο της αθωότητος ισχύει μέχρι της αμετακλήτου εκδικάσεως μιας ποινικής υποθέσεως16, η οποία στον δεύτερο βαθμό εξετάζεται εκ του μηδενός, εξαφανιζομένης της πρωτοβαθμίου κρίσεως, και άρα τίποτε δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο αλλά όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά, δεν επιτρέπεται κανένας πολίτης που θέλει να ασκήσει το κορυφαίο δικαίωμά του σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, δηλ. να ιδρύσει ένα κόμμα ή να συμμετάσχει σε αυτό, να το στερείται πρώιμα και βιαστικά.
Σε αντίθεση με την παραδοχή του Αρείου Πάγου ότι αυτή η αντίληψη «θα καθιστούσε πλήρως αδύναμη τη μαχόμενη δημοκρατία και η επίκληση του τεκμηρίου αθωότητας θα αποτελούσε τον δούρειο ίππο για την κατάλυσή της» συμβαίνει το ακριβώς ανάποδο:
Η παραδοχή ότι το τεκμήριο της αθωότητας μπορεί να λειτουργήσει ως «δούρειος ίππος», εξ αυτού δε του λόγου επιτρέπεται τάχα να καταργηθεί από τον κοινό νομοθέτη προκειμένου να μην καταστεί αδύναμη η «μαχόμενη δημοκρατία», οδηγεί στην αποσάθρωση της δημοκρατίας, αφού της αφαιρείται ένας από τους θεμελιωδέστερους πυλώνες της.
Γ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Ένεκα των προαναφερθεισών παραβιάσεων του Συντάγματος, και κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 87 παρ. 2, 93 παρ. 4 και 28 Συντ., η εφαρμογή του άρ. 32 παρ. 1 π.δ. 26/2012 ήταν ανεπίτρεπτη.
Συνακολούθως, εξαιτίας της προκείμενης εκλογικής παράβασης, αλλοιώθηκε το αποτέλεσμα σε όλες τις εκλογικές περιφέρειες, αφού είναι απολύτως βέβαιο ότι τα ποσοστά των κομμάτων στην ελληνική επικράτεια θα ήσαν διαφορετικά, αν είχε συμμετάσχει το παρανόμως αποκλεισθέν κόμμα «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ» και η κατανομή των εδρών ανά την επικράτεια θα ήταν εντελώς διαφορετική.
Αλλά όταν κουμάντο κάνει η μητσοτακική κυβέρνηση της Νέας Δικτατορίας, η οποία ελέγχει τις κορυφές της ελληνικής δικαιοσύνης, το μαύρο του Συντάγματος μπορεί πανεύκολα να μετατραπεί σε φρενοβλαβοποιητικό λευκό.
V. Ο ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΣΤΗΜΙΚΟ ΣΩΚΡΑΤΗ ΦΑΜΕΛΛΟ
Σε αυτούς τους δεκαέξι μήνες που περιδιάβαινα στους διαδρόμους της Βουλής, πήρα το θάρρος να μιλήσω σε κάποια πολύ γνωστά ονόματα, τα οποία δεν με γνώριζαν ή προσποιήθηκαν ότι δεν με γνώριζαν.
Δεν θα ξεχάσω την ολίγων δευτερολέπτων συνομιλία μου με τον νυν Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτη Φάμελλο, τον οποίο προσέγγισα για να του πω, εφαρμόζοντας την τεχνική «captatio benevolentiae», ότι είναι ένας εξαιρετικός ρήτορας, αλλά διαφωνώ πλήρως με την ατζέντα που προωθεί το κόμμα του.
Όταν μου ζήτησε να του εξηγήσω τι εννοώ, του απήντησα ότι είμαι κάθετα αντίθετος ιδίως στο θέμα του γάμου των ομοφυλοφίλων και της κλιματικής αλλαγής. Τότε με ρώτησε σε τι συνίσταται η διαφωνία μου ως προς το δεύτερο ζήτημα και αποκρίθηκα ότι η κλιματική αλλαγή δεν είναι ανθρωπογενής, όπως προπαγανδίζεται νυχθημερόν από τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης και τους πολιτικούς προσκυνητές της Νέας Τάξης Πραγμάτων, αλλά οφείλεται σε φυσικούς παράγοντες, πρωτίστως στην πολύ έντονη δραστηριότητα του ηλίου. Αφού μου είπε ότι αυτός έχει διαφορετική άποψη, επικαλέσθηκε χρονική πίεση και αποχώρησε.
Καθώς ξεμάκραινε, κούνησα απογοητευτικά το κεφάλι μου, συνειδητοποιώντας την ασύλληπτη παραπλάνηση του ελληνικού λαού που ψήφιζε, ψήφισε ή θα (ξανα)ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ, νομίζοντας ότι επιλέγει έναν διαφορετικό κομματικό πόλο.
Ας το πάρουμε απόφαση: Από τα καθιερωμένα κόμματα του κυνοβουλίου, η ΝΕΑ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ, το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ είναι οι τέσσερεις όψεις του ίδιου νεοταξίτικου νομίσματος (το ίδιο ισχύει, βεβαίως, για την ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ και την ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ), αφού ασπάζονται τους βασικούς πυλώνες που έχουν στηθεί στο παγκόσμιο πολιτικό στερέωμα για να οδηγηθούν οι λαοί στην πιο επικίνδυνη φάση της ιστορίας της ανθρωπότητας.
VI. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΒΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: ΕΝΑΣ ΔΕΙΝΟΣ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΙΣΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΙΔΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
Σημειωτέον ότι κάποιες φορές τύχαινε να περνώ από την αίθουσα της Ολομέλειας την ώρα που αγόρευε ο Κυριάκος Βελόπουλος, ένας δεινός προπαγανδιστής πολιτικών ιδεών όσο και προϊόντων:
Το βράδυ πουλά στην τι-βί κηραλοιφή, το πρωί πατριωτισμό στην Βουλή.
Δεδομένου ότι η διαφήμιση είναι είδος προπαγάνδας, δεν εκπλήσσει καθόλου η καρμπόν ρητορική που αναπαράγει για να προωθεί πότε την κηραλοιφή και πότε την «Ελληνική Λύση» ως «μόνη λύση».
Ακόμη και το σλόγκαν του κόμματός του «Η Ελληνική Λύση είναι η μόνη λύση»17 έχει αντληθεί από τα εγχειρίδια της προπαγάνδας, αφού η διάγνωση της «μόνης λύσης» δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια σύντομη παραλλαγή του αγγλικού αρκτικόλεξου T.I.N.A., δηλ. There Is No Alternative, το οποίο καλλιεργεί στον αποδέκτη του την απατηλή εντύπωση ότι η προτεινόμενη επιλογή είναι μονόδρομος18.
Σημειωτέον ότι, αν και ο πολυγραφότατος Κυριάκος Βελόπουλος στο προ 23 ετών εκδοθέν βιβλίο του με τον τίτλο «Παγκοσμιοποίηση. Ο Μεγάλος Όλεθρος της ανθρωπότητας, της Ελλάδας, της Ορθοδοξίας»19 είχε προειδοποιήσει τον αναγνώστη για τα δεινά που θα πλήξουν την πατρίδα μας αλλά και την ανθρωπότητα, σήμερα σιωπά ενόχως.
Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί η ακόλουθη επισήμανσή του:
«Ο άνθρωπος δεν πρέπει να γίνει ένα απλό νούμερο μέσα σε μια κοινωνία, όπου θα κυριαρχούν οι διαπλεκόμενοι μεγιστάνες των ΜΜΕ και θα εξουσιάζουν κυβερνήσεις που επιδιώκουν να μετατρέψουν τον άνθρωπο σε άβουλο ον, που απλώς θα υπακούει στις εντολές της. Η Εκκλησία πρέπει να μείνει όρθια και να μην αφήσει να πραγματοποιηθεί το φρικιαστικό Οργουελιανό μοντέλο της κοινωνίας του Μεγάλου Αδελφού. Αυτή είναι σήμερα η ευθύνη της»20.
Αυτή, όμως, ήταν η ευθύνη και του Κυριάκου Βελόπουλου, ο οποίος το 2020, όταν, κατά την συνεδρίαση ΣΘ΄ της 22ας Σεπτεμβρίου 202021, συζητείτο στο κυνοβούλιο το νομοσχέδιο για την Ψηφιακή Διακυβέρνηση και τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες, είχε μιλήσει για οτιδήποτε άλλο (ακόμη και για άσχετα προς το αντικείμενο του συζητούμενου νομοσχεδίου θέματα) πλην του φλέγοντος ζητήματος του Προσωπικού Αριθμού!22
Μας έλαχε να ζούμε στην τρίτη δεκαετία του 21ου (απατ)αιώνα. Κάποτε οι δυνάστες ποδοπατούσαν τον λαό απροκάλυπτα, σήμερα τον ποδοπατούν φορώντας την μάσκα του καλοπροαίρετου αντιπροσώπου.
Γράφει ο Μπερνέζ:
«Παλαιότερα, οι ηγέτες ήταν δυνάστες. Όριζαν τον ρου της Ιστορίας απλώς κάνοντας ό,τι ήθελαν. Και αν σήμερα οι επίγονοι των δυναστών, εκείνοι που η θέση ή η ικανότητά τους τούς δίνουν εξουσία, δεν μπορούν πλέον να κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς την έγκριση των μαζών, βρίσκουν στην προπαγάνδα ένα εργαλείο που αποδεικνύεται ολοένα και πιο αποτελεσματικό στο να κερδίζει αυτή την έγκριση. Η προπαγάνδα λοιπόν ήρθε για να μείνει».
Έτσι, λοιπόν, ο κ. Βελόπουλος αποδεικνύει περίτρανα ότι παίζει στα δάχτυλα την προπαγάνδα, ως προς την οποία κάποιοι άλλοι πολιτικοί (αρχηγοί ή μη) φαίνεται πως έχουν βαθιά μεσάνυχτα. Και ναι μεν οι δεύτεροι προφυλάσσονται από το στίγμα του «πολιτικού απατεώνα», πλην όμως αδυνατούν να παρασύρουν την μάζα, η οποία, ως γνωστόν, έχει την τάση να σαγηνεύεται από το ψεύδος και να απωθείται από την αλήθεια, όπως οι Πρωτόπλαστοι στον παράδεισο.
Γράφει ο Μπέρτολτ Μπρεχτ (Bertolt Brecht) στο εξαίσιο θεατρικό έργο του «Η ζωή του Γαλιλαίου»:23
«Σαράντα χρόνια ζωής στους ανθρώπους με δίδασκαν συνεχώς ότι δεν παίρνουν από λογική. Δείχ’ τους την κόκκινη ουρά ενός κομήτη, κάν’ τους να τρομοκρατηθούνε για τα καλά, και θα τους δεις να χιμάνε έξω απ’ τα σπίτια τους και να τσακίζουν τα ποδάρια τους μες στην τρεχάλα. Πες τους όμως μια σκέψη λογική κι επιβεβαίωσέ τους την μ’ εφτά αποδείξεις, να δεις πώς θα σε κοροϊδεύουν».
Για μία ακόμη φορά, λοιπόν, ισχύει το σλόγκαν:
«Τα πάντα είναι Propaganda».
VII. Ο «ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ ΛΑΟΣ» ΩΣ ΚΟΠΑΔΙ ΚΑΚΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΒΡΕΦΩΝ ΚΑΙ Ο ΧΟΡΟΣ ΤΟΥ ΣΑΔΟΜΑΖΟΧΙΣΤΙΚΟΥ ΤΑΝΓΚΟ
Δυστυχώς, ο «κυρίαρχος λαός» δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα κοπάδι «κακοποιημένων βρεφών» που το αρμέγουν οι εναλλασσόμενοι τσοπάνηδες.
Και πάλι με τα λόγια του Μπερνέζ:24
«Επειδή ο άνθρωπος είναι αγελαίος εκ φύσεως, αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως μέλος μιας αγέλης, ακόμα κι όταν είναι μόνος στο δωμάτιό του με κλειστές κουρτίνες». Και ως αγέλη «δεν σκέφτεται, με την αυστηρή έννοια του όρου. Στη θέση των σκέψεων έχει παρορμήσεις, έξεις και συναισθήματα. Όσον αφορά την αλλαγή γνώμης, συνήθως η πρώτη της παρόρμηση είναι να ακολουθήσει το παράδειγμα ενός αξιόπιστου ηγέτη». […]
«Όταν όμως το παράδειγμα του ηγέτη δεν είναι διαθέσιμο και η αγέλη πρέπει να σκεφτεί για τον εαυτό της, το κάνει με στερεότυπα, με λέξεις που ταιριάζουν πρόχειρα στην περίσταση, με εικόνες που αναφέρονται σε ομάδες ιδεών και εμπειριών. Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που αρκούσε απλώς να στιγματίσεις έναν πολιτικό υποψήφιο με τη λέξη συμφέροντα για να πανικοβάλεις εκατομμύρια ανθρώπους ώστε να ψηφίσουν εναντίον του, επειδή οτιδήποτε σχετιζόταν με “τα συμφέροντα” θεωρούνταν απαραίτητα διεφθαρμένο».
Αξιοποιώντας μιαν άλλη εικόνα, πολιτικοί και πολίτες χορεύουν από κοινού ένα ιδιότυπο σαδομαζοχιστικό τανγκό:
Οι μεν πρώτοι χρειάζονται τους δεύτερους για να μπορούν να ταΐζουν την εξουσιολαγνεία τους και να αυτοεπιβεβαιώνονται ως ισχυροί, οι δε δεύτεροι χρειάζονται τους πρώτους για να αισθάνονται ασφαλείς κάτω από τις δήθεν προστατευτικές φτερούγες των πολιτικών γονέων τους25.
Επικαλούμενος τους Αδελφούς Καραμάζοφ του Ντοστογιέφσκι, στο βιβλίο του «Ο Φόβος μπροστά στην Ελευθερία», ο Έριχ Φρομ παρατηρεί ότι:26
Το άτομο «δεν νιώθει ανάγκη πιο επιτακτική από το να βρει κάποιον στον οποίο να μπορεί να παραδώσει το συντομότερο δυνατόν […] το δώρο της ελευθερίας με το οποίο ο ίδιος, αυτό το δύσμοιρο πλάσμα, γεννήθηκε». Γι’ αυτό, «το έντρομο άτομο αποζητά κάποιον ή κάτι με το οποίο να δέσει τον εαυτό του· δεν αντέχει να είναι άλλο πια ο ατομικός του εαυτός και προσπαθεί μανιωδώς να απαλλαγεί από αυτόν και να νιώσει και πάλι σιγουριά μέσα από τη μείωση του φορτίου του, που δεν είναι άλλο από τον ίδιο του τον εαυτό».
Τόσο ο μαζοχιστής όσο και ο σαδιστής επιδιώκουν τη συμβίωση από αδυναμία να αντέξουν την απομόνωση και τη μηδαμινότητα του ίδιου του εαυτού τους. Κινούνται όμως αντίρροπα, αφού ο μεν μαζοχιστής «χάνει τον εαυτό του» παραδιδόμενος στην εξωτερική δύναμη του άλλου, ο δε σαδιστής «διευρύνει τον εαυτό του», κάνοντας τον άλλον κομμάτι του εαυτού του και αναπληρώνοντας με αυτόν τον τρόπο τη δύναμη που του λείπει ως αυτόνομου ατόμου27.
Διαχρονικά επίκαιρο είναι και το απόφθεγμα του ουγγρικής καταγωγής Αμερικανού ψυχιάτρου Τόμας Σαζ, ο οποίος στο βιβλίο του «Αιρετικά»28, γράφει:
«Δουλεία είναι το να πρέπει να παίξεις σ’ ένα έργο που έχει γράψει κάποιος άλλος· ενώ ελευθερία είναι το να γράψεις το δικό σου έργο. Μιας και οι πιο πολλοί άνθρωποι δεν ξέρουν ούτε καν να συλλαβίσουν, θεωρούν ότι το να γράψεις ένα θεατρικό έργο είναι στόχος δυσεπίτευκτος, γι’ αυτό και προτιμούν να παίζουν έναν ρόλο στο έργο κάποιου άλλου παρά να μην παίζουν καθόλου».
Λίγες σελίδες παρακάτω29, ο Σαζ κάνει λόγο για «τη σκοτεινή τυραννία αυτών που οι ίδιοι έχουν επιλέξει για να τους κυβερνούν». Η επιλογή γίνεται από τους «ελεύθερους ανθρώπους» που «απαλλάσσονται από το βάρος μιας ελευθερίας την οποία είναι αδύναμοι να αντέξουν».
Είναι, λοιπόν, επιτακτική η ανάγκη να σταματήσουμε να υποδυόμαστε τους «ελεύθερους» πολίτες και να μην εμπιστευόμαστε την διακυβέρνηση της πατρίδας μας στους αμέτρητους «σκοτεινούς τυράννους», αλλά να δούμε καθαρά πώς ακριβώς παίζεται το παιχνίδι της «έξυπνης δικτατορίας» σε βάρος του «βρεφοποιημένου λαού».
Κι αφού ενηλικιωθούμε πνευματικά και πολιτικά30, θα πρέπει να γράψουμε το δικό μας θεατρικό έργο υπέρ της αιμορραγούσας πατρίδος.
Όποιος, φυσικά, τολμά σήμερα να μιλά ακόμη για «πατρίδα» συνθλίβεται αυτομάτως μέσα στην μέγγενη της προπαγανδιστικής μηχανής, οι χειριστές της οποίας φροντίζουν να του βάφουν τα χείλη με ακροδεξιό, εθνικιστικό ή φασιστικό κραγιόν.
Έγινε τόσο ανάποδος ο κόσμος μας, που το να μιλάς για πατρίδα είναι σαν να στέλνεις την πιο οχληρή τορπίλη ενάντια στην νεοταξίτικη ναυαρχίδα.
VIII. ΞΑΝΑΖΩΝΤΑΣ «ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΑ» ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ»
Μετά την παραίτηση από τους «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ» θα επιστρέψω στον «σπαρτιάτικο βίο», επικεντρωνόμενος πειθαρχημένα στην αντιπροπαγανδιστική αφύπνιση και διαφώτιση των πολιτών αλλά και στο κλείσιμο κάποιων επιστημονικών εκκρεμοτήτων ποινικοδικαιικής φύσεως.
Αν συνεχισθεί η ανοδική πορεία των συνδρομών του παρόντος ιστολογίου Truth Revealed (άλλωστε, μιλώντας την γλώσσα της εμπορικής προπαγάνδας, η συνδρομή για το site είναι όση το αντίτιμο για μία sprite), θα καταστεί εφικτή η μελέτη και παρουσίαση ακόμη περισσότερων βιβλίων και άρθρων που περιέχουν συγκλονιστικές αλήθειες για τα σχέδια της ελληνικής και υπερεθνικής ελίτ κατά της ανθρωπότητας.
Τα κείμενα-ρετρό και τα μαθήματα εφαρμοσμένης προπαγάνδας αποτελούν τους δύο κεντρικούς πυλώνες αυτής της προσπάθειας, η οποία, όμως, θα εμπλουτισθεί και με άλλα κείμενα-εκπλήξεις.
IX. ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΟΛΟΣΩΣΤΗ ΘΕΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΒΡΟΜΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ (ΠΛΗΝ ΕΝΟΣ!) ΤΩΝ ΧΑΡΑΜΟΦΑΗΔΩΝ ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗΔΩΝ
Όσα εγράφησαν παραπάνω είναι κατ’ ουσίαν εναρμονισμένα με την αλήστου μνήμης τοποθέτησή μου υπέρ της θεωρητικά ολόσωστης άποψης περί αποχής, η οποία είχε ενοχλήσει ιδιαιτέρως πολλούς πολίτες, οι οποίοι είχαν επενδύσει σε μια αντισυστημική προσπάθεια διά της ιδρύσεως νέων κομμάτων31.
Επειδή, όμως, μέσα στο μυαλό και την καρδιά του λαού, ο οποίος, εξ απαλών ονύχων, έχει δεχθεί τόνους διανοητικής προπαγάνδας, είναι βαθιά ριζωμένη-μπολιασμένη η θέση ότι η (υποχρεωτική) άσκηση του εκλογικού δικαιώματος είναι ο κολοφώνας της δημοκρατίας, οιαδήποτε προσπάθεια εγκεφαλικής επαναπλαισίωσης (reframing) του λαού στο ζήτημα αυτό είναι εκ των προτέρων καταδικασμένη να αποτύχει παταγωδώς.
Ως εκ τούτου, αν κάποιοι αντισυστημικά αφυπνισμένοι θελήσουν να δοκιμάσουν να κοντράρουν την έξυπνη-συστημική δικτατορία, φαίνεται πως θα πρέπει να αποδεχθούν οπωσδήποτε τους βρόμικους κανόνες του παιχνιδιού, όπως αυτοί έχουν ορισθεί από τους χαραμοφάηδες κοτζαμπάσηδες. Όπερ εστι μεθερμηνευόμενον:
Ο δρόμος για την αμφισβήτηση του συστήματος περνά μάλλον κατ’ ανάγκην μέσα από τα καλολαδωμένα γρανάζια των θεσμικών εκφάνσεων της ψευτοδημοκρατίας. Με τα σημερινά δεδομένα, χωρίς ίδρυση ενός «δημοκρατικού» κόμματος δεν νοείται θεσμική αμφισβήτηση του καθεστώτος.
Αλλά, ως γνωστόν, τα κόμματα λειτουργούν δημοκρατικά μόνο στα χαρτιά, αφού όποιος τολμήσει να εκφράσει δημοσίως διαφορετική άποψη από τον αρχηγό του, ιδίως δε σε νευραλγικής σημασίας ζητήματα (βλ. την πρόσφατη «ανταρσία» Σαμαρά), θα έρθει αντιμέτωπος με την αυταρχική κόκκινη κάρτα της διαγραφής του, η οποία στην οργουελική διάλεκτο θα βαπτισθεί ωραιοποιημένα «απαρέγκλιτος κανόνας κομματικής πειθαρχίας».
Παρακολουθώντας επί 16 μήνες εκ του σύνεγγυς πώς λειτουργούν τα ψευτοδημοκρατικά κόμματα εντός του κοινοβουλίου, νομίζω ότι γνωρίζω πλέον ποια είναι η αχίλλειος πτέρνα του συστήματος. Αν στο εγγύς μέλλον θελήσει κάποιος να διαφοροποιηθεί ουσιωδώς από τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα κόμματα, θα πρέπει εκ των προτέρων να ξεκαθαρίσει ρητώς και κατηγορηματικώς ότι έναν συγκεκριμένο κανόνα δεν πρόκειται ποτέ να τον αποδεχθεί. Η απόρριψη αυτού του κανόνα αποβαίνει κατ’ αρχήν προς όφελος του φαύλου συστήματος, αλλά στην πραγματικότητα διασφαλίζει ότι το συγκεκριμένο κόμμα, αν καταφέρει να εισέλθει στην Βουλή, δεν θα μεταλλαχθεί (ήδη από της εντάξεώς του στο πανούργο σύστημα της κοινοβουλευτικής ψευτοδημοκρατίας) σε ένα ακόμη γρανάζι του καθεστωτικού μηχανισμού.
Για ευνόητους λόγους, αυτή η αχίλλειος πτέρνα θα πρέπει να μείνει αδιευκρίνιστη ως μυστηριώδης γρίφος μέχρι τις επόμενες εκλογές.
Χ. «ΣΗΜΕΡΟΝ ΚΡΕΜΑΤΑΙ ΕΠΙ ΞΥΛΟΥ…»: Η ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ (ΚΑΤΑ)ΔΙΚΗ ΤΩΝ «ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ» ΓΙΑ ΤΟ ΨΕΥΤΟΕΓΚΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΞΑΠΑΤΗΣΗΣ ΕΚΛΟΓΕΩΝ
Έχοντας μελετήσει σε βάθος τα ζητήματα που αφορούν εν γένει το έγκλημα της απάτης32 και έχοντας εκπροσωπήσει τρεις βουλευτές του κόμματος «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ» στο πλαίσιο της προκαταρκτικής εξέτασης που διενεργήθηκε από την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για το ψευτοέγκλημα της εξαπάτησης εκλογέων, γνωρίζω πολύ καλά ποια είναι τα νομικά μυστικά που πρέπει να αναδειχθούν στο ακροατήριο, ώστε να προβληθεί πειστικά η αθώωση όλων των κατηγορουμένων, ήδη με την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας.
Ας μην τρέφουμε, όμως, αυταπάτες. Το κόμμα των «ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ», ως πατριωτικό κόμμα, είναι στο στόχαστρο της ψευτοδημοκρατικής και αντινατιβιστικής κυβέρνησης του Κυρ. Μητσοτάκη.
Η βεντέτα που άνοιξε με την λεκτική στήριξη την οποία προσέφερε στο συγκεκριμένο κόμμα ο Ηλίας Κασιδιάρης, δηλ. ο πονηρά βαπτισμένος από τους φαρισαίους προστάτες της δημοκρατίας «εχθρός του πολιτεύματος», στήριξη που είχε ως αποτέλεσμα να εισέλθουν οι «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ» στο κυνοβούλιο μέσα σε χρόνο ρεκόρ, «από το πουθενά», είναι μια πραγματικότητα που οι μασκοφόροι φύλακες του δήθεν φιλελεύθερου status quo δεν πρόκειται ποτέ ούτε να ξεπεράσουν ούτε να συγχωρήσουν.
Ας κατασκευάσουμε ένα ακόμη προπαγανδιστικό σλόγκαν:
Το φυσάνε και δεν κρυώνει, γι’ αυτό η δημοκρατία θα πάει στην αγχόνη.
Με δεδομένο δε ότι, σε μια καμουφλαρισμένη δικτατορία, ο μηχανισμός απονομής της ποινικής δικαιοσύνης ελέγχεται πλήρως, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα υψηλά κλιμάκια, πιθανολογείται βασίμως ότι, σε πρώτο βαθμό, οι κατηγορούμενοι θα καταδικασθούν, άνευ τσίπας και ενδοιασμών, για την ολοφάνερα ανύπαρκτη (τόσο σε πραγματικό όσο και σε νομικό επίπεδο) εξαπάτηση εκλογέων.
Για μία ακόμη φορά ο ανάποδος κόσμος θα κάνει το θαύμα του:
Οι κατά σύστημα πολιτικοί απατεώνες, που τάζουν στον λαό λαγούς με πετραχήλια, τολμούν να καταδιώκουν για εξαπάτηση εκλογέων όποιους έχουν το θράσος να καταγγέλλουν την πολιτική εξαπάτηση.
Ωστόσο, οι κατηγορούμενοι δεν είναι άμοιροι ευθυνών:
Διέπραξαν σωρεία λαθών, και δη παιδαριωδών, βάζοντας βούτυρο στο μουχλιασμένο ψωμί των δυνάμεων του ψευτοδημοκρατικού τόξου και, ταυτοχρόνως, διαδοχικά αυτογκόλ στην πατριωτική εστία τους.
Πρώτο παιδαριώδες σφάλμα ήταν οι πανηγυρισμοί Ηλία Κασιδιάρη μετά την είσοδο των «ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ», ιδίως εκείνο το «Νενικήκαμεν».
Δεύτερο παιδαριώδες σφάλμα ήταν το σχόλιο περί «κηροζίνης».
Τρίτο παιδαριώδες σφάλμα ήταν η απόφαση των βουλευτών, στην πρεμιέρα του κοινοβουλευτικού πρωταθλήματος (31/8/2023), να αφήσουν μόνο του στα έδρανα τον Πρόεδρο του κόμματος.
Εκείνη την ημέρα ήμουν μέσα στο κοινοβούλιο και η ντροπή που ένιωσα για το φαινόμενο αυτό ήταν δυσθεώρητη.
Τέταρτο παιδαριώδες σφάλμα η από του βήματος του κυνοβουλίου δήλωση του Β. Στίγκα περί «Greek Mafia» και «Δον Κορλεόνε».
Αυτά τα τέσσερα παιδαριώδη σφάλματα, τα οποία εμπλουτίσθηκαν με πολλά άλλα μεταγενέστερα, απέδειξαν ότι το σπαρτιάτικο δόρυ που κρατούσε στα χέρια του ο αντισυστημικός Δαυίδ για να αμφισβητήσει την κυριαρχία του συστημικού Γολιάθ ήταν φτιαγμένο από μη ανθεκτικά υλικά.
Ειδικότερα, ήταν φτιαγμένο από τέτοια εγωιστικά υλικά, που δεν άφηναν στους εμπλεκόμενους περιθώριο να υπηρετήσουν πάνω απ’ όλα το συμφέρον της πατρίδος.
Τέλος, σε αυτήν την δίκη, για να μην υπάρξει καταδίκη, μια καλοδουλεμένη αγόρευση του συνηγόρου υπερασπίσεως θεωρώ ότι θα άξιζε να ξεκινήσει ως εξής:
«Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…» η δημοκρατία, το Σύνταγμα και το Ποινικό Δίκαιο!
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι στην περίπτωση των «ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ» το Ποινικό Δίκαιο εργαλειοποιήθηκε, προκειμένου οι φρουροί της «μαχόμενης δημοκρατίας» (όπως είθισται να αποκαλείται μια δημοκρατία που συγχωρεί την κατ’ εξαίρεσιν αυτοκατάλυσή της) να θέσουν εκτός μάχης έναν αποκρουστικό για τις δυνάμεις του ψευτοδημοκρατικού τόξου πολιτικό αντίπαλο.
Ταυτοχρόνως, εργαλειοποιώντας οι εν λόγω φρουροί το Ποινικό Δίκαιο για την εξολόθρευση του πολιτικού αντιπάλου τους, μεταχειρίσθηκαν τους ψηφοφόρους σαν βρεφοποιημένους πολίτες, οι οποίοι είναι τάχα ανίκανοι να αντιληφθούν ποιο κόμμα και ποιοι βουλευτές τους εξαπατούν ή όχι.
Προφανώς, οι ψηφοφόροι τεκμαίρεται αμαχήτως ότι είναι πολιτικά ενηλικιωμένοι, μόνο όταν ψηφίζουν τα γνωστά συστημικά κόμματα με τους εναλλασσόμενους στους κυβερνητικούς θώκους κοτζαμπάσηδες…
Όψεις της διατήρησης και της μεταβολής του κοινωνικού συστήματος, Τόμ. Β΄, εκδ. Νέα σύνορα / Α. Λιβάνης, Αθήνα 1980, σελ. 167.
Δ΄ έκδ., Οδυσσέας, Αθήνα 2003, σελ. 98.
Ό.π., σελ. 24 επ.
Εκδ. Παπαζήση, Αθήναι 1976, σελ. 64.
Β΄ έκδ., Θεμέλιο, Αθήνα 1974, σελ. 81.
1980, σελ. 557 = Σύγχρονα Θέματα, Τεύχ. 8, Ιούλ. 1980, σελ. 20 επ.
Στην απόσυρση του άρθρου 12 παρ. 3 του κυβερνητικού σχεδίου Συντάγματος, το οποίο είχε ως πρότυπο το άρθρο 21 του Θεμελιώδους Νόμου της Βόννης, αφήνοντας πίσω του μόνο την εγγυητική ρήτρα, αναφέρεται και ο Δ. Τσάτσος, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμ. Α΄, Θεωρητικό Θεμέλιο, έκδ. Δ΄, 1994, σελ. 247, αριθμ. 2.
Συνταγματική Θεωρία και Πράξη 1945-1979, I, 1980, ό.π., σελ. 557.
Συνταγματική θεωρία και Πράξη, ό.π., σελ. 561.
Συνταγματική θεωρία και Πράξη, ό.π., σελ. 563/564.
Βλ. και Μάνεση, Το Συνταγματικόν Δίκαιον ως τεχνική της πολιτικής ελευθερίας, 1962, σελ. 48 = Συνταγματική θεωρία και πράξη, 1980, σελ. 54 επ.
Συνταγματική θεωρία και Πράξη, ό.π., σελ. 565.
Βλ. π.χ. υπόθεση Κώνστας κατά Ελλάδος, αριθμ. προσφ. 53466/07, αριθμ. περ. 36.
Δρόσος, Η νομική θέση των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα, διδ. δ., 1982, σελ. 217/218.
Βλ. και Ανδρουλάκη, Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, έκδ. 5η, 2020, σελ. 237, αριθμ. περ. 362· Καρρά, Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο έκδ. 7η, 2020, σελ. 26, με περαιτέρω παραπομπές στην υποσ. 82.
Εκδ. Κάδμος, Θεσσαλονίκη, Μάρτιος 2001, σελ. 256.
Σελ. 18614.
Για τους «ανιστόρητους», «αθεολόγητους», «κακόδοξους» και «βλάσφημους» ισχυρισμούς του Βελόπουλου, όπως διατυπώνονται στο βιβλίο του «Ιησούς και Δίας, Ορθοδοξία και Δωδεκάθεο, Εκάς οι Βέβηλοι» βλ. το άρθρο του π. Αναστασίου Γκοτσοπούλου: https://norfid.wordpress.com/2024/12/02/%CF%8D%CE%B2%CF%81%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B2%CE%BB%CE%B1%CF%83%CF%86%CE%B7%CE%BC%CE%AF%CE%B5%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%AC-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%8E%CF%80/
Μτφ.: Σπ. Ευαγγελάτος, εκδ. Ερμής, Αθήνα 2000, σελ. 40/41.
Ό.π., σελ. 62, 63.
Βλ. και Βαθιώτη, Από την πανδημία στην κλιματική αλλαγή. Συντονισμένα τρομο-κράτη σε φόντο παγκόσμια διακυβέρνησης, 3η εκδ., Αλφειός, 2023, σελ. 362.
Μτφ.: Ουρ. Τουτουντζή, εκδ. Διόπτρα, Αθήνα 2017, σελ. 179.
Φρομ, ό.π., σελ. 186.
Szasz, Αιρετικά, μτφ.: Α.-Α. Τσέγκου, Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα 2006, σελ. 64.
Ό.π., σελ. 69.
Για την «πνευματική ενηλικίωση του πολίτη» βλ. και Φίλια, ό.π., σελ. 168.
Βλ. π.χ. την μονογραφία Απάτη και Εκβίαση: Ομοιότητες – Διαφορές – Διασταυρώσεις, εκδ. Π. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2014.
Παρατηρώ και αναρωτιέμαι γιατί δεν αναφέρεται σε καμία κατηγορία το κόμμα της ΝΙΚΗΣ..
Απίστευτο κείμενο!!