Ούτως επλύθη ο Πετιμεζάς
Ρετρό 56.0: Η κατά τον Βλάσση Γαβριηλίδη κηδεία του περί ευθύνης υπουργών νόμου, κομμένη και ραμμένη στα σημερινά δεδομένα
Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης
Για πρώτη φορά είδα προχθές από κοντά τον βουλευτή της Νέας Δικτατορίας Κώστα Αχ. Καραμανλή να βγαίνει από ένα αυτοκίνητο και να περνά από δίπλα μου έμπλεος εωσφορικής αλαζονείας. Μου έκανε αντύπωση το πρόσωπό του: λες και φλεγόταν από λεγεώνες δαιμόνων. Σκέφτηκα να του έλεγα δυο λόγια τσεκουράτα, αλλά το πιθανότερο ήταν να με συνελάμβαναν λίγο αργότερα. Έτσι, προτίμησα να αναδημοσιεύσω στο παρόν ιστολόγιο ένα παλαιότερο ρετρό-κείμενο που είχα συντάξει πριν από λίγους μήνες για την εφημερίδα «Κυριακάτικη Δημοκρατία» (7/4/2024, σελ. 57). Από το 1880, όταν μεγαλουργούσε η οξύαιχμη πένα του Βλάση Γαβριηλίδη εναντίον του πολύτροπου Αλεξάνδρου Κουμουνδούρου (ορκισθέντος 10 φορές πρωθυπουργός της Ελλάδος!) και του σκανδαλωδώς διασωθέντος Σωτηρίου Πετιμεζά, μέχρι το 2024, όπου οι περισσότερες πένες λιβανίζουν αενάως το προδήλως αυταρχικό, ταυτοχρόνως δε κρυπτοδικτατορικό, καθεστώς του Κυρ. Μητσοτάκη και χαϊδεύουν τον «ψυχοληστή των Τεμπών», δεν μας χωρίζουν 144 χρόνια, αλλά ολίγα μόνο λεπτά. Επί ενάμιση αιώνα φαίνεται πως δεν έχει αλλάξει τίποτε απολύτως στην ελληνική πολιτική σκηνή. Ο λαός είναι το κοροϊδάκι της δεσποινίδος εξουσίας, που συνεχίζει και ψηφίζει τα αενάως ανακυκλούμενα ονόματα και χρώματα των διαφόρων κομμάτων, τα οποία διαλαλούν προπαγανδιστικώς ότι διαθέτουν σωτήρες για τους πολίτες, ενώ στην πραγματικότητα έχουν μόνο δημίους για «αναλώσιμους κοπρίτες».
Στο περιοδικό «Μη χάνεσαι» που είχε κυκλοφορήσει στις 30 Μαρτίου 1880 (σελ. 1), ο Βλάσης Γαβριηλίδης είχε δημοσιεύσει άρθρο με τίτλο «Η κηδεία του περί ευθύνης υπουργών νόμου».
Αντικείμενο του ως συνήθως σκωπτικού σχολιασμού του ήταν η μη παραπομπή σε δίκη του πρώην υπουργού των Στρατιωτικών Σωτηρίου Πετιμεζά.
«Έπρεπεν οι υπέρ της μη παραπομπής εις δίκην […] ψηφίσαντες την παρελθούσαν Τετάρτην να φέρουν και προσωπίδα ακόμη διά να κρύψωσι τα μούτρα των και να γίνη πράγματι μυστική ψηφοφορία».
Με αφορμή την σκανδαλώδη αυτή απόφαση, ο Γαβριηλίδης βάζει στο στόχαστρο της οξύαιχμης πένας του τον νόμο περί ευθύνης υπουργών, που, στον διαχρονικώς υφιστάμενο ανάποδο κόσμο, υπονοεί ότι είναι νόμος περί απαλλαγής των υπουργών.
Απευθυνόμενος στο αθηναϊκό αναγνωστικό του κοινό, ο υπογράφων με το ψευδώνυμο Καλιβάν σημειώνει:
«Αυτού του περί ευθύνης υπουργών νόμου προηγήθη, αν ενθυμήσθε, επιλήσμονες Αθηναίοι, μισή σχεδόν επανάστασις, δι’ ην, εάν δεν έρρευσεν αίμα, μελάνης όμως τόνοι ολόκληροι κατηναλώθησαν.
Κι όταν εψηφίσθη, είχεν ονομασθή, σύμφωνα προς την πολιτικήν γλωσσολογίαν ή γλωσσαλγίαν, η ηθική κατάκτησις της επαναστάσεως.
– Ε! Πλέον υπουργός δεν θα κλέψη.
– Ούτε τελεία νόμου μπορεί πλέον να παραβιασθή».
Ακολούθως, ο Γαβριηλίδης κάνει μια σύντομη αναφορά στους Διόσκουρους υπουργούς της κυβερνήσεως Δημητρίου Βούλγαρη, τον γαμπρό του, υπουργό δικαιοσύνης Νικολόπουλο, και τον υπουργό των εκκλησιαστικών Βαλασσόπουλο, που τους αποκαλεί περιπαικτικά «κυρ Γιάννη» και «κυρ Βασίλη».
Επρόκειτο για τα περίφημα «Σιμωνιακά»:
Αμφότεροι οι υπουργοί είχαν δωροδοκηθεί από υποψήφιους μητροπολίτες για να ασκήσουν πίεση στην Ιερά Σύνοδο και έτσι να εκλεγούν στις χηρεύουσες Μητροπόλεις. Προεδρεύοντος του Δημητρίου Βάλβη, Προέδρου του Αρείου Πάγου, το υπουργοδικείο είχε κρίνει, στις 31 Μαρτίου 1876, τους δύο υπουργούς ενόχους.
Ο Γαβριηλίδης επισημαίνει την πλάνη που προκάλεσε στον Έλληνα η καταδίκη του ντουέτου των δωροληπτών υπουργών, ότι η καταδίκη τους θα ήταν φωτεινό παράδειγμα προς αποφυγήν για κάθε άλλον υπουργό με εγκληματικές ορέξεις:
«Ενόμιζες ότι οι πτωχοί Νικολόπουλος και Βαλασσόπουλος, οίτινες επί τέλους είχαν βουτήξει μόνον εις της τσέπαις [έτσι στο πρωτότυπο] μερικών Επισκόπων, των κατ’ εξοχήν αυτών βουτηχτών, είχαν ξηράνει πάσαν πηγήν πλούτου και κλοπής επομένως, διότι αυτή είναι κοριτσάκι εκείνου, πάντες δ’ επίστευον ότι οι μέλλοντες υπουργοί, και αν ήθελον να κλέψουν, δεν θα ηδύναντο, και αν ηδύναντο, δεν θα ήθελον.
Αλλά βλέπεις ότι ο Νικολόπουλος και ο Βαλασσόπουλος είχον τσαλαβουτήσει επί κληρικού εδάφους, έμενε δε παρθένον το λαϊκόν έδαφος, του οποίου έπρεπε να ευρεθούν, επίσης, οι ήρωες.
Εάν το ειδικόν εργαστήριον, το οποίον είχε καταδικάσει τους Διοσκούρους κυρ Γιάννην και κυρ Βασίλην, κατέφευγε εις καμμίαν Ατσιγγάναν διά να του προφητεύση το ληστρικόν μέλλον των υπουργών και του επροφήτευε την εποχήν των πετσωμάτων, η ξηρά φωνή του κ. Βάλβη θα ηκούετο λέγουσα:
Αθωούμεν πανηγυρικώς τους υποδίκους και συνιστώμεν αυτούς εις το Πανελλήνιον ως αγγέλους πολιτευομένους».
Εν συνεχεία, ο Γαβριηλίδης προχωρεί στην εξής παρομοίωση:
«Όπως η Αθηνά, όταν ανεβίβασαν οι Φαίακες τον Οδυσσέα εις την Ιθάκην του, έζωσε τον τόπον δι’ ομίχλης, τοιαύτην ομίχλην κατεσκεύασε πέριξ των πετσωμάτων ο Κουμουνδούρος μόνος, χωρίς να λάβη την ανάγκην καμμιάς Αθηνάς, διότι ο Γλυκύτατός μας είναι διπλούς Οδυσσεύς ως προς την πονηρίαν».
Επικαλούμενος την γλαφυρή μετάφραση του Πολυλά, παραθέτει τα λόγια της Αθηνάς προς τον Οδυσσέα:
«Πανούργος και παμπόνηρος θα’ ν’ όποιος σε πειράση
Εκατομμύρια τεχνάσματα, θεός και αν τύχη εκείνος.
Σκληρέ, σ’ τον νου πολύμορφε, ακούραστα εις τους δόλους
Ουδέ σ’ την γη σου εν ω πατείς τα ψεύδη θ’ αθετήσης
Και όλα τα λόγια τα πλαστά, πού απ’ το βυζί σ’ αρέσουν».
«Εάν αυτά ήσαν αληθή προς τον μόνον Οδυσσέα λεγόμενα», γράφει ο Γαβριηλίδης, «είναι ολιγώτερα και του αληθούς προς τον διπλούν Οδυσσέα, τον πολύτροπον Κουμουνδούρον, εφαρμοζόμενα».
Αμέσως μετά, επικεντρώνεται στις ατασθαλίες του Σωτηρίου Πετιμεζά, ο οποίος, σε αντίθεση με τον κυρ Γιάννη και τον κυρ Βασίλη, διεσώθη σκανδαλωδώς:
«Όλος ο κόσμος έφριξεν αναγνούς την πολυσέλιδον έκθεσιν της ανακριτικής Επιτροπής. Κλοπαί φανεραί, δωροδοκίαι, καταχρήσεις, ζημία του δημοσίου, θηριώδης αδιαφορία προς στρατόν στελλόμενον να πολεμήση, όλα ομού συμπεφυρμένα μετά δόλων, πονηριών, κατεργαριών, συγχύσεως, εφώναζον: τιμωρίαν του ενόχου, πλήρη εφαρμογήν του περί ευθύνης υπουργών νόμου.
Ουδείς υπήρχε βουλευτής μη πεπεισμένος περί όλων τούτων. Η κοινή γνώμη είχε καταδικάσει τον κ. Πετιμεζάν ως ένοχον, σύμπας ο κόσμος ανέμενε την εις δίκην παραπομπήν του, ότε η συνεδρίασις της Τετάρτης λήγει διά της μη παραπομπής αυτού».
Συγκρίσιμη με ό,τι συνέβη στις 26 Μαρτίου 1880, όταν η Βουλή προσέφερε κάλυψη στον Πετιμεζά, είναι η τροπή που πήραν τα πράγματα 144 χρόνια μετά, κατά περίεργη σύμπτωση και πάλι μέσα στον μήνα Μάρτιο του 2024:
Ως γνωστόν, σύμφωνα με το πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής για την υπόθεση των Τεμπών, το «σιδηροδρομικό δυστύχημα» οφείλεται σε επτά παραβιάσεις του Γενικού Κανονισμού Κινήσεως, με τις ευθύνες να εστιάζονται στον σταθμάρχη και την Hellenic Train.
Αντιθέτως, εκρίθη ότι ουδεμία ευθύνη βαρύνει τον ενήμερο για τα σοβαρά λειτουργικά προβλήματα στην κυκλοφορία του Ελληνικού Σιδηροδρόμου υπουργό Μεταφορών Κ. Καραμανλή, ο οποίος όχι μόνο αδιαφόρησε γι’ αυτά, αλλά, λίγες ημέρες πριν από την τρομερή συμφορά, δήλωνε ρητώς και κατηγορηματικώς –αλλά και με περισσή έπαρση– ότι «μια υπεύθυνη πολιτεία δεν μπορεί να παίζει με την ασφάλεια των επιβατών» και «είναι ντροπή να τίθενται θέματα ασφαλείας».
Επίσης, παρά τα αδιάσειστα στοιχεία για την αλλοίωση του τόπου του εγκλήματος, στο πόρισμα τονίζεται ότι δεν υπήρξε η παραμικρή προσπάθεια συγκάλυψης, ενώ οι επιχειρησιακές παρεμβάσεις στο χώρο της μοιραίας σύγκρουσης έγιναν μετά από απόφαση των αρμόδιων επιχειρησιακών συλλογικών οργάνων με γνώμονα την ανάγκη μετακίνησης των κατεστραμμένων συρμών.
Ό,τι έγραψε ο Γαβριηλίδης στις ακροτελεύτιες αράδες εκείνου του άρθρου του για την κηδεία τού περί ευθύνης υπουργών νόμου με αφορμή την απαλλαγή του Σ. Πετιμεζά ισχύει αναλόγως για την απαλλαγή του Κ. Καραμανλή και γενικότερα της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο οποίος, κατά την συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας, ως «πανούργος και παμπόνηρος», «ακούραστος στους δόλους», με «λόγια πλαστά, που απ’ το βυζί τ’ αρέσουν», είχε κοιτάξει ξεδιάντροπα στα μάτια τους συγγενείς των θυμάτων, λέγοντάς τους προδήλως ψευδώς-φαρισαϊκώς:
«δεν έγινε καμία συγκάλυψη στα Τέμπη».
Φυσικά, όποιος είναι εξοικειωμένος με την λογική του Θαυμαστού Ανάποδου Κόσμου οφείλει να αποκωδικοποιήσει εκείνη την θεατρινίστικη κίνηση του Κυρ. Μητσοτάκη με τα εξής λόγια:
«Η ψευτιά του βγάζει μάτι και η συγκάλυψη που έγινε στα Τέμπη πρωτοφανή δυσοσμία εκπέμπει».
Ιδού οι αράδες του Καλιβάν που παραμένουν επίκαιρες μέχρι και σήμερα:
«Τι συνέβη και ο πριν λασπωμένος πρώην υπουργός διά πλειοψηφίας ολίγων ψήφων ενεφανίσθη εις τον κόσμον λευκός ως αναδυομένη Αφροδίτη;
Το τι συνέβη είναι απλούστατον. Όλοι οι κουμουνδουρικοί εκάλυψαν τον συνάδελφόν των· αι δε ατομικαί φιλίαι και συμπάθειαι εστρατολόγησαν μεταξύ των συμπολιτευομένων ικανόν αριθμόν βουλευτών, στρατιωτικών και άλλων, και ούτως επλύθη ο κ. Πετιμεζάς με την στάχτη των κουμουνδουρικών και την γλυκερίνην των συμπολιτευομένων φίλων του.
Ουδέποτε σώμα κοινοβουλευτικόν εστιγματίσθη δι’ αποφάσεώς του, όσον η ενεστώσα Βουλή.
Ουδέποτε Βουλή ηυτοκτόνησε τόσον πανηγυρικώς, όσον η σημερινή Βουλή.
Συγχαίρομεν εκ καρδίας τον κ. Πετιμεζάν διά την από της δίκης απαλλαγήν του και του δίδομεν όλον το δικαίωμα εις πάσαν συνεδρίασιν και κατά πάσαν στιγμήν να υβρίζη την σώτειράν του Βουλήν με την συνήθη του αναίδειαν, αλλά και ευφυΐαν.
Η Βουλή είναι όχι πλέον ανταξία του, αλλ’ αναξία του».
Πού να ήξερε ο Γαβριηλίδης ότι 144 χρόνια μετά το άρθρο του για την κηδεία του νόμου περί της ευθύνης υπουργών, η Βουλή των Ελλήνων θα αυτοκτονούσε ακόμη πιο πανηγυρικά για να καλύψει ένα άλλο αναιδές τέκνο της!
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το ανωτέρω άρθρο είχε δημοσιευθεί στην εφημερίδα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, στις 7/4/2024, σελ. 57.