«297 = 300»: Η φρενοβλαβοποιητική εξίσωση του Παραλογοδικείου
Η κολοβή Βουλή και τα... κολοβά φίδια
Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης
Κάθε άρθρο ή ομιλία που δημοσιεύεται σε αυτό το ιστολόγιο είναι προϊόν μεγάλου πνευματικού κόπου και πολύπλευρης, ατομικής έρευνας τόσο του διαχειριστή του όσο και των λοιπών συγγραφέων.
Η βιωσιμότητα του ιστολογίου εξαρτάται από την ελάχιστη οικονομική στήριξη των αναγνωστών, η οποία ανέρχεται μόλις σε 5 € μηνιαίως ή 50 € ετησίως.
Ευχαριστώ θερμά για την αλληλεγγύη σας!
Λεπτομέρειες σχετικά με την συνδρομή υπάρχουν στον ακόλουθο σύνδεσμο:
kvathiotis.substack.com/subscribe
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Ι. Η ΟΡΓΟΥΕΛΙΑΝΗ ΕΞΙΣΩΣΗ «2 + 2 = 5»
ΙΙ. Η ΜΕΤΑΟΡΓΟΥΕΛΙΑΝΗ ΕΞΙΣΩΣΗ «297 = 300»
Α. ΦΡΕΝΟΒΛΑΒΟΠΟΙΗΣΗ
Β. ΒΡΕΦΟΠΟΙΗΣΗ
Γ. ΤΟ ΑΛΛΟΘΙ ΤΗΣ ΜΑΧΟΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
1. ΟΙ ΠΑΤΕΡΝΑ-ΛΗΣΤΕΣ
2. Η ΝΕΚΡΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΧΟΥΝΤΙΚΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΚΛΟΓΟΔΙΚΕΙΟ
ΙΙΙ. ΜΟΝΤΕΡΝΑ-ΠΑΝΟΥΡΓΑ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ
IV. ΕΡΕΒΟΝ Ή ΕΡΕΒΟΣ;
«Η δημοκρατία απολαμβάνει σήμερα μια άνευ προηγουμένου δημοτικότητα στην ιστορία και όμως δεν ήταν ποτέ πιο ασαφής εννοιολογικά και πιο κούφια υποστασιακά. […] Ακόμη και οι “ελεύθερες” εκλογές, που είναι η πιο σημαντική εικόνα της δημοκρατίας, έχουν καταστεί ένα τσίρκο φτιαγμένο από μάρκετινγκ και μάνατζμεν, από το θέαμα της συλλογής χρημάτων μέχρι τη στοχευμένη κινητοποίηση των ψηφοφόρων».
— Wendy Brown, Είμαστε όλοι δημοκράτες, εις: Δ. Βεργέτη (επιμ. έκδ.), Πού πηγαίνει η δημοκρατία, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2013, σελ. 83 επ.
Σε μια δημοκρατία, οσοδήποτε ελλιπής, σχετική ή τυπική και αν θεωρηθεί, ο Λαός είναι «εξ ορισμού» ο μοναδικός κριτής τού τι τον συμφέρει. Με τη νομική ιδιότητά του σαν «κυρίαρχος» υποτίθεται ότι μπορεί να θέλει οτιδήποτε· αρκεί να το θελήσει. Όλα τα άλλα είναι, στην καλύτερη περίπτωση, πατερναλισμός και στη χειρότερη περίπτωση τυραννία.
— Αριστόβουλος Μάνεσης, Συνταγματική Θεωρία και Πράξη, Τόμ. Ι, 1980, σελ. 565/566.
Ενόσω οι άνθρωποι θα είναι πρόστυχοι, θα μεταχειρίζονται ιδέες ευγενικές ή προσχήματα για να συγκαλύπτουν πρόστυχες επιδιώξεις και πρόστυχα καθεστώτα.
— Άγγελος Τερζάκης, Προσωπικές Σημειώσεις, Αστρολάβος/Ευθύνη, Αθήνα 1984, σελ. 71.
Ι. Η ΟΡΓΟΥΕΛΙΑΝΗ ΕΞΙΣΩΣΗ «2 + 2 = 5»
Στο «1984», το ευαγγέλιο του ολοκληρωτισμού που έγραψε ο Τζωρτζ Όργουελ, δεσπόζει η άκυρη-φρενοβλαβοποιητική εξίσωση «2 + 2 = 5».
Ο καθεστωτικός Ο’ Μπράιεν επιχειρούσε να εξαναγκάσει τον «αιρετικό» πολίτη Ουίνστον Σμίθ, ο οποίος στο ημερολόγιό του έγραφε ότι «ελευθερία είναι η ελευθερία να λες ότι δύο και δύο κάνουν τέσσερα», να ομολογήσει ότι το άθροισμα αυτό ισούται με πέντε.
Και πράγματι, αφού ο Ουίνστον έγραψε πρώτα «με μεγάλα, αδέξια κεφαλαία» την ανάποδη φράση «Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΚΛΑΒΙΑ», εν συνεχεία «χωρίς να σταματήσει έγραψε από κάτω ΔΥΟ ΚΑΙ ΔΥΟ ΚΑΝΟΥΝ ΠΕΝΤΕ»1.
Αλλά και ο Αλμπέρ Καμύ στο μυθιστόρημά του «Η πανούκλα»2 μάς προειδοποιεί ότι:
«έρχεται πάντα μια ώρα, μέσα στην ιστορία, όπου εκείνος που τολμάει να πει πως δύο και δύο κάνουν τέσσερα τιμωρείται με θάνατο»3.
Κάτι παρόμοιο γράφει και ο Μπρεχτ στο θεατρικό του έργο «Η ζωή του Γαλιλαίου»:
«Ίσως προφτάσουμε να ζήσουμε την εποχή που δεν θάχουμ’ ανάγκη να κοιτάμε γύρω μας σαν εγκληματίες, όταν λέμε πως δύο και δύο κάνουν τέσσερα»4.
Ο ίδιος συγγραφέας, στην όγδοη στροφή του ποιήματός του με τίτλο «Στους Γερμανούς φαντάρους στην Ανατολή» (An die deutschen Soldaten im Osten)5, γράφει:
«Ήξερα κάτω από το ατσάλινό μου κράνος, κάτω από το κρανίο μου
Πως το κακό καλό δεν είναι
Πως δυο φορές το δυο τέσσερα κάνει
Και πως θα πεθάνουμε όλοι, όσοι μαζί του πήγαμε
Μ’ αυτόνε τον ματοβαμμένο που ουρλιάζει
Μ’ αυτόνε τον ματοβαμμένο ηλίθιο».
ΙΙ. Η ΜΕΤΑΟΡΓΟΥΕΛΙΑΝΗ ΕΞΙΣΩΣΗ «297 = 300»
Στο μετα-οργουελιανό έπος που γράφεται από την διαβολοκυβέρνηση Μητσοτάκη με τις πλάτες της ψευτοανεξάρτητης ελληνικής Δικαιοσύνης, η αντίστοιχη φρενοβλαβοποιητική εξίσωση που όζει και δεσπόζει είναι η εξής:
«297 = 300»!
Γελάει και ο κάθε... Πικραμένος.
Α. ΦΡΕΝΟΒΛΑΒΟΠΟΙΗΣΗ
Δυσκολεύεται να πιστέψει κανείς ότι θα φθάναμε σε σημείο να ζήσουμε τέτοια φρενοβλαβοποίηση, υλοποιημένη τόσο ξεδιάντροπα από δικαστές υψηλού κύρους6.
Μολονότι η πόλη το είχε τούμπανο ότι ο Ηλίας Κασιδιάρης στήριζε ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ, φαίνεται πως η Δικαιοσύνη το είχε κρυφό καμάρι.
Σε αντίθεση με την καταγέλαστη αιτιολογία του Αρείου Πάγου και τώρα του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, αλλά και αμέτρητων συστημικών δημοσιογράφων που υιοθετούν άκριτα και λαϊκιστικά το αφήγημα ότι «αρχηγός του κόμματος ήταν ο Ηλίας του… Δομοκού»7, από πουθενά δεν προκύπτει ότι ο Κασιδιάρης ήταν ο υποκρυπτόμενος-πραγματικός αρχηγός του κόμματος ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ8.
Και παρότι δεν υπήρξε ούτε ένας εκλογέας που να δηλώσει εξαπατημένος ή έστω να αποδειχθεί ότι εξαπατήθηκε, το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, σε αντίθεση με την αθωωτική κρίση του Μονομελούς Εφετείου, εφηύρε την εξαπάτηση των εκλογέων!
Όποιος παρακολουθήσει την διακαναλική συνέντευξη του κόμματος ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ, η οποία έλαβε χώρα προ των εκλογών της 25 Ιουνίου 2023, θα ακούσει τον Χαράλαμπο Κατσιβαρδά να δηλώνει ρητώς ότι οι ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ:
«έχουν τη στήριξη του Ηλία Κασιδιάρη, το κόμμα του οποίου αποκλείσθηκε κατά τρόπο προδήλως αντισυνταγματικό, κατά εκκωφαντική κατακρήμνιση της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» (βλ. το βίντεο που ακολουθεί, λεπτό: 36:57).
Άρα για ποια εξαπάτηση μιλάμε;
Για πόσο ακόμη θα μας κοροϊδεύουν κατάμουτρα η κυβέρνηση και τα δικαστικά της πιόνια;
Για πόσο ακόμη θα καταρρακώνονται οι δημοκρατικοί θεσμοί, προς τους οποίους εκείνοι που συστηματικά τους καταπατούν ζητούν, χωρίς καμία αιδώ, από τον λαό να δείχνει εμπιστοσύνη;9
Στον ανάποδο κόσμο μας δεν εξαπατήθηκαν 250.000 πολίτες από τους ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ, αλλά ολόκληρος ο λαός από τους ΨΕΥΤΟΔΗΜΟΚΡΑΤΕΣ.
Β. ΒΡΕΦΟΠΟΙΗΣΗ
Φυσικά, πέρα από την φρενοβλαβοποίηση, συντελείται και το φαινόμενο της βρεφοποίησης:
Οι Έλληνες δικαστές συμπεριφέρθηκαν απέναντι στον (μόνο τύποις) κυρίαρχο ελληνικό λαό με πατερναλιστική λογική, αφού θεωρούν ότι ένα κομμάτι του δεν ήταν επαρκώς ώριμο να αποφασίσει αυτόνομα ποιος θα τον εκπροσωπούσε στο κοινοβούλιο (πρβλ. την απολύτως λογική και πειστική φράση του Προέδρου του ποινικού δικαστηρίου: «δεν μπορεί να πει κανείς ότι οι ψηφοφόροι δεν ήξεραν τι έκαναν»10).
Και σαν να μην έφθανε αυτό, όσοι (υποτίθεται) εξαπατήθηκαν ψηφίζοντας ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ, στερήθηκαν τώρα αναδρομικώς το ιερό δικαίωμα του εκλέγειν, και δη κατά παράβασιν των άρθρων 53 παρ. 2 Συντ.11 και 104 παρ. 1 και 2 π.δ. 26/201212, που προβλέπουν την ανάγκη και τον τρόπο διεξαγωγής αναπληρωματικών εκλογών.
Συνακολούθως, οι Έλληνες δικαστές του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου εξέδωσαν την απόφασή τους εμφορούμενοι από πατερνα-ληστΡική λογική.
Προς αυτήν την κριτική κατεύθυνση κινήθηκε και ο Γιώργος Κατρούγκαλος, καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, ο οποίος διετύπωσε την ακόλουθη θέση:13
«Σοβαρότερα προβλήματα δημιουργεί η κρίση για μη επανάληψη των εκλογών και για κολοβή Βουλή 297 βουλευτών. Κάτι τέτοιο είναι αντίθετο στη δημοκρατική αρχή και στο άρθρο 52 του Συντάγματος, εφόσον στερεί την “ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης” στους εκλογείς των συγκεριμένων περιφερειών. Και η κοινοβουλευτική αρχή πλήττεται, δεδομένου ότι διαμορφώνονται ειδικές πλειοψηφίες στη νέα κολοβή Βουλή».
Βεβαίως, η Βουλή δεν είναι μόνο κολοβή, αλλά είναι γεμάτη και από κολοβά φίδια!
Σημειωτέον ότι στις 8 Δεκεμβρίου 1951:
«Το Εκλογοδικείον εθεώρησεν άκυρον την εκλογήν των επιτυχόντων βουλευτών της ΕΔΑ Αθηνών κ.κ. Σ. Σαράφη, Μαν. Γλέζου και Μ. Χατζημιχάλη και των αναπληρωματικών αυτών κ.κ. Μ. Τσιμπουκίδη, Ν. Χαραγκιώνη και Κ. Λυκούρη. Επίσης εθεώρησεν άκυρον την εκλογήν των επιτυχόντων βουλευτών της ΕΔΑ της περιφερείας Πειραιώς κ.κ. Αντ. Αμπατιέλου και Εμμ. Πρωιμάκη, ως και των αναπληρωματικών αυτών Ν. Κεπέση και Ν. Ματσακά. Η ακύρωσις εγένετο με αιτιολογίαν ότι οι ανωτέρω, ως διατελούντες άλλοι μεν εν εκτοπίσει και άλλοι όντες κατάδικοι, δεν έχουν τα νόμιμα προσόντα του εκλογίμου»14.
Επίσης, σύμφωνα με το δημοσίευμα της ίδιας εφημερίδας της 11ης Σεπτεμβρίου 1951, οι ψήφοι που είχε λάβει το κόμμα της ΕΔΑ ανέρχονταν σε 167.662.
Σε αντίθεση με την πρόσφατη κρίση του Εκλογοδικείου στην υπόθεση των ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ, το 1951 «την θέσιν των βουλευτών των οποίων ηκυρώθη η εκλογή είχαν καταλάβει κατά σειράν εις τας Αθήνας οι κ.κ. Γ. Σπηλιόπουλος, Μ. Κύρκος, Β. Ευφραιμίδης και Α. Μπριλάκης, και οι κ.κ. Κατερίνης και Εμμ. Μάντακας εις τον Πειραιά».
Για την προπαγανδιστική τεχνική της βρεφοποίησης βλ. το βίντεο που ακολουθεί:
Γ. ΤΟ ΑΛΛΟΘΙ ΤΗΣ ΜΑΧΟΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
1. ΟΙ ΠΑΤΕΡΝΑ-ΛΗΣΤΕΣ
Το γνωστό επιχείρημα που προβάλλουν οι πατερνα-ληστές είναι ότι πρέπει να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους, προκειμένου να σώσουν την Δημοκρατία από τους «επικίνδυνους ακροδεξιούς εχθρούς» της!
Και για να την σώσουν, (θεωρούν ότι) έχουν το δικαίωμα να καταλύουν οι ίδιοι τους συνταγματικούς κανόνες, αφού, αλλιώς, θα πρέπει να συμβιβασθούν με το περιεχόμενο του προπαγανδιστικού σλόγκαν «η νομιμότητα μας σκοτώνει»!15
Στο σκεπτικό αυτό αντανακλάται η θεωρία της μαχόμενης δημοκρατίας16, η οποία μπορεί να μετατραπεί σε ένα πολύ επικίνδυνο «όπλο» στα χέρια όποιων καθεστωτικών θέλουν να εξοντώσουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους:
Δεν έχουν παρά να ορίσουν τους αντιπάλους τους ως αξιακούς εχθρούς της Δημοκρατίας17 και, ακολούθως, να φορέσουν την προβιά του αγαθόβουλου προστάτη της, μετατρέποντας το Σύνταγμα σε κουρελόχαρτο. Με τα γυαλιά του ανάποδου κόσμου:
Εχθρός είναι ο δήθεν προστάτης και προστάτης ο δήθεν εχθρός18.
Εύστοχα και γλαφυρά ο Χάρης Τσιλιώτης, αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, έκανε το ακόλουθο σχόλο:
Κάποιοι έσπευσαν να χαρακτηρίσουν την απόφαση του ΑΕΔ ως «νίκη της Δημοκρατίας», επειδή 3 εκλεγμένοι Βουλευτές, έστω ακροδεξιάς και υπό αυτή την έννοια πολιτικά αποτρόπαιης ιδεολογίας, στερούνται της έδρας τους, επικαλούμενοι την «μαχόμενη Δημοκρατία». Ακόμα κι αν γίνει δεκτό ότι η «μαχόμενη Δημοκρατία» στο πλαίσιο μίας δυναμικής ερμηνείας του άρθρου 29 παρ. 1 Σ, και κατ’ αντίθεση προς την ιστορία του, βρίσκει συνταγματικό έρεισμα, στο πλαίσιο του υπάρχοντος Συντάγματος αυτή εξαντλείται στα όρια που έθεσε το άρθρο 32 ΕΝ [Εκλογικού Νόμου], που δεν προβλέπει ούτε απαγόρευση κόμματος μετά τις εκλογές, ούτε καθιερώνει σχετική αρμοδιότητα του ΑΕΔ, ούτε προβλέπει κατ’ αντίθεση προς το άρθρο 104 παρ. 1 και 2 του ιδίου ΕΝ την μη πλήρωση έδρας. Όλα τα υπόλοιπα για να επικαλεστούμε έναν όρο της νομολογίας του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου, συνιστούν μία ultra vires [= καθ’ υπέρβασιν εξουσίας] νομολογιακή συμπεριφορά του ΑΕΔ που υπερβαίνει κατά πολύ τον καλώς εννοούμενο και θεμιτό δικαστικό ακτιβισμό. Καλό είναι η νομολογία των Ανωτάτων Δικαστηρίων μας περί «μαχόμενης Δημοκρατίας» και όσοι την ασπάζονται να επικεντρώνονται στο ουσιαστικό (Δημοκρατία) και όχι στο επίθετο (μαχόμενη), για να μην πάψει αυτή από την πολύ «μαχητικότητα» να καταστεί στο τέλος «ανάπηρη πολέμου».
2. Η ΝΕΚΡΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΧΟΥΝΤΙΚΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΚΛΟΓΟΔΙΚΕΙΟ
Ότι η θεωρία της μαχόμενης δημοκρατίας δεν αποτυπώθηκε στο ελληνικό Σύνταγμα προκύπτει από το γεγονός ότι απαλείφθηκε η αρχικώς προταθείσα διάταξη για την εκτός νόμου θέση πολιτικού κόμματος.
Επομένως, εν προκειμένω ισχύει η άποψη του νομικού και πολιτικού φιλοσόφου Χανς Κέλσεν:19
«Η Δημοκρατία είναι εκείνη η μορφή πολιτεύματος, η οποία αμύνεται απέναντι στους αντιπάλους της λιγότερο απ’ οποιοδήποτε άλλο πολίτευμα. Φαίνεται πως αυτό είναι το τραγικό πεπρωμένο της, να πρέπει, δηλαδή, να θηλάζει τους χειρότερους εχθρούς της από το ίδιο της το στήθος. […] Όποιοι στεκόμαστε στο πλευρό της δημοκρατίας δεν επιτρέπεται να πέφτουμε στην μοιραία αντίφαση να καταφεύγουμε στην δικτατορία για να σώσουμε την δημοκρατία. Αντιθέτως, πρέπει να μένουμε πιστοί στην σημαία μας, ακόμη κι αν το πλοίο βυθίζεται».

Τα ανωτέρω αποσιωπήθηκαν από τον Γιώργο Δελλή, καθηγητή Δημοσίου Δικαίου της Νομικής Σχολής Αθηνών, στο πρόσφατο άρθρο του «Δημοκρατική άμυνα και θεσμική δυσπιστία»20, όπου δέχεται ότι είναι συνταγματικός ο Ν. 5019/2023 που επιτρέπει τον αποκλεισμό κομμάτων-προσωπείων με υποκρυπτόμενη ηγεσία, καθώς και ότι η επίμαχη διάταξη περί αποκλεισμού είναι αναγκαία, «ώστε να μην εισέρχονται από την πίσω πόρτα στον πολιτικό στίβο πρόσωπα με κωλύματα εκλογιμότητας (όπως οι καταδικασθέντες της Χρυσής Αυγής)» (ο αρθρογράφος, όμως, δεν θίγει καν το πρόβλημα ότι τα κωλύματα εκλογιμότητας που εξετάσθηκαν από το Εκλογοδικείο δεν εντάσσονται στα περιοριστικώς αναφερόμενα στις διατάξεις των άρθρων 55 παρ. 2, 57 παρ. 3 και 29 παρ. 2 εδ. γ΄ Συντ.), προσδίδει δε «περιεχόμενο στην απαίτηση του άρθρου 29 Σ, τα κόμματα να εξυπηρετούν “την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος”».
Αντιθέτως, την απάλειψη της αρχικής διατάξεως περί αποκλεισμού κόμματος είχε σχολιάσει επιδοκιμαστικά και ο αείμνηστος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Αριστόβουλος Μάνεσης στο βιβλίο του «Συνταγματική Θεωρία και Πράξη» (Ι, 1980), και, ειδικότερα, στο 2ο Κεφάλαιο με τίτλο «Η κρίση των θεσμών της φιλελεύθερης δημοκρατίας και το Σύνταγμα» (σελ. 557):21
«Πάντως είναι ευτύχημα ότι, χάρη στην επιμονή των κομμάτων της αντιπολίτευσης, η Κυβέρνηση δέχτηκε τελικά να απαλείψει τη διάταξη του κυβερνητικού Σχεδίου Συντάγματος (άρθρο 12 παρ. 3) που, υιοθετώντας τις αντιλήψεις περί “εσωτερικού εχθρού” και αποβλέποντας στην κηδεμόνευση του λαϊκού φρονήματος, προέβλεπε την εκτός νόμου θέση πολιτικών κομμάτων, ορίζοντας μάλιστα, στην αρχική της διατύπωση (παρ. 4), και ότι “οι βουλευταί κόμματος, τεθέντος εκτός νόμου, κηρύσσονται έκπτωτοι του αξιώματός των, αι κατεχόμεναι δε παρ’ αυτών έδραι εν τη Βουλή παραμένουν κεναί μέχρι λήξεως της βουλευτικής περιόδου”! Επρόκειτο για επανάληψη, σχεδόν κατά λέξη, των διατάξεων του άρθρου 58 παρ. 5 και 6 των χουντικών “Συνταγμάτων” του 1968 και 1973»22.
Η ανάγνωση του ανωτέρω χωρίου παγώνει το αίμα μας, αφού είναι ηλίου φαεινότερον ότι, κηρύσσοντας έκπτωτους τους τρεις βουλευτές των ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ, δηλ. αυτού του λιλιπούτειου κόμματος που λειτούργησε ως δήθεν εσωτερικός εχθρός της δημοκρατίας, και αποφαινόμενο ότι οι έδρες τους πρέπει να μείνουν κενές, το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο νεκρανέστησε την ως άνω πρόβλεψη των χουντικών “Συνταγμάτων”, όπως αυτές είχαν μεταφυτευθεί στην παρ. 3 του άρ. 12 του κυβερνητικού Σχεδίου του Συντάγματος, το οποίο, όμως, εν τέλει δεν υιοθετήθηκε!
Μοιάζει απίστευτο αλλά είναι πέρα ώς πέρα αληθινό! Αυτό είναι το κατάντημα της δήθεν ανεξάρτητης ελληνικής Δικαιοσύνης, διάβαζε ανάποδα: Αδικοσύνης!
Εξίσου εξόφθαλμο, όμως, είναι και το κατάντημα των Ελλήνων νομικών, που, με κάποιες λαμπρές εξαιρέσεις, μπροστά σε αυτά τα αντισυνταγματικά όργια τήρησαν εκκωφαντική σιγήν ιχθύος ή, ακόμη χειρότερα, ύμνησαν την εκτρωματική απόφαση του Εκλογοδικείου, παραπονούμενοι ότι δεν ήταν ακόμη πιο αυστηρή.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της τελευταίας κατηγορίας αποτελεί ο συνήθης ύποπτος, συστημικός συνταγματολόγος, Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, ο οποίος στο άρθρο του με τίτλο «Αστερίσκοι σε μια σπουδαία απόφαση»23, αφού επεσήμανε ότι «με τη νέα σύνθεσή του το ΑΕΔ έκρινε ότι διέθετε πλέον επαρκή στοιχεία για τον δεσμό Κασιδιάρη-Σπαρτιατών» (άραγε, ποια είναι αυτά τα στοιχεία που το ποινικό δικαστήριο δεν μπόρεσε να τα συλλέξει και αξιολογήσει;!), ισχυρίσθηκε ότι ορθότερο θα ήταν να είχε ακυρωθεί η εκλογή όλων των βουλευτών των Σπαρτιατών.
Σημειωτέον ότι ο Ν. Αλιβιζάτος θεωρεί ορθή την απόφαση του Α1 Τμήματος του Αρείου Πάγου με την οποία «κόπηκε» το κόμμα «Έλληνες» στο στάδιο της ανακήρυξης, υιοθετώντας την άποψη ότι:
το άρ. 29 Συντ. «δεν επιτρέπει απλώς αλλά επιβάλλει στην πολιτεία να αμύνεται» έναντι κομμάτων που δεν υπηρετούν την «ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος»24.
Πρόκειται, φυσικά, για μια αυθαίρετη ερμηνεία που παρα-βιάζει το ξεκάθαρο γράμμα της συγκεκριμένης διατάξεως αλλά και την προαναφερθείσα ιστορική βούληση του συντακτικού νομοθέτη, η οποία μολύνεται από το πνεύμα της «μαχόμενης δημοκρατίας».
Για να κοκκινίσουν ακόμη περισσότερο από ντροπή οι σιωπούντες ή πλειοδοτούντες, είναι καλό να θυμηθούν τι άλλο σημείωνε ο Αριστόβουλος Μάνεσης (δάσκαλος του Ν. Αλιβιζάτου) στην «Συνταγματική Θεωρία και Πράξη»25, όπου φωτογραφίζει με πρωτοφανή προφητική ευκρίνεια όσα διαδραματίζονται στην Ελλάδα κατά την τρέχουσα, μελανή πολιτική συγκυρία.
Ειδικότερα, με αφορμή το φαινόμενο που παρουσιάζεται στο πλαίσιο της «φιλελεύθερης δημοκρατίας», δηλ. το ότι «οι κρατούντες φροντίζουν να διευθετήσουν τη λειτουργία των θεσμών της ενόψει ή έστω με την επίκληση του κινδύνου του “εσωτερικού εχθρού”», πιο συγκεκριμένα ότι «προσπαθούν να αποτρέψουν τη χρησιμοποίησή τους από άτομα, ομάδες ή κόμματα που τα χαρακτηρίζουν σαν “εσωτερικό εχθρό”», ο Μάνεσης θέτει το ερώτημα «τι απομένει έτσι από τη φιλελεύθερη δημοκρατία;», για να δώσει την εξής ανησυχητική απάντηση:
«Πρόκειται ουσιαστικά για αναίρεση των θεσμικών και ιδεολογικών βάσεών της».
Ο ίδιος καταλήγει στην εξής διαπίστωση:26
«Η φιλελεύθερη δημοκρατία πάσχει σήμερα από μια βασική εσωτερική αντινομία: η λειτουργία των θεσμών της, που είχαν άλλοτε θεσπιστεί από την αστική τάξη, στρέφεται τώρα εναντίον της».
Και λίγο παρακάτω συμπληρώνει:27
«Οποιαδήποτε επέμβαση της εξουσίας τείνει να θέσει υπό κηδεμονία το Λαό, επιτρέποντάς του να πληροφορείται μόνον ό,τι αυτή κρίνει ότι τον συμφέρει, και υπαγορεύοντας ή απαγορεύοντας, άμεσα ή έμμεσα, το σχηματισμό της Α ή της Β λαϊκής θέλησης –για να “προστατεύσει” έτσι το Λαό ή το Έθνος από τη θέλησή του παρά τη θέλησή του– θυμίζει “γύψο”. Διότι το ουσιώδες δεν είναι “εν ονόματι” τίνος ασκείται η οποιαδήποτε εξουσία, αλλά πώς και πάνω σε ποιους ασκείται. Σε μια δημοκρατία, οσοδήποτε ελλιπής, σχετική ή τυπική και αν θεωρηθεί, ο Λαός είναι “εξ ορισμού” ο μοναδικός κριτής του τι τον συμφέρει. Με τη νομική ιδιότητά του σαν “κυρίαρχος” υποτίθεται ότι μπορεί να θέλει οτιδήποτε· αρκεί να το θελήσει. Όλα τα άλλα είναι, στην καλύτερη περίπτωση, πατερναλισμός και στη χειρότερη περίπτωση τυραννία. Και σε κάθε περίπτωση είναι αναίρεση του δημοκρατικού χαρακτήρα ενός δεδομένου πολιτεύματος, οσοδήποτε και αν οι κρατούντες επιμένουν να διατηρούν αναρτημένη αυτή την επιγραφή στα μπαλκόνια της εξουσίας τους»28.
Μείζονος βαρύτητος είναι και η ακόλουθη διαπίστωση του Μάνεση:29
«Όταν η δημοκρατία τείνει να γίνει “διευθυνόμενη”, αυτοαναιρείται. Έτσι το αστικό κράτος της εποχής μας τείνει, αντικειμενικά, να καταστεί αυταρχικό. Η τέτοια μετεξέλιξή του επιβεβαιώνεται κατά το βαθμό που μέσα στο θεσμικό του πλαίσιο, με την επίκληση του “εσωτερικού εχθρού”, η νομιμότητα παύει να είναι αδιαίρετη και τείνει να λειτουργεί μόνο για τους “πολίτες-φίλους” των κρατούντων. Πράγματι είναι ιδιάζον γνώρισμα των αυταρχικών καθεστώτων, η νομιμότητα να ισχύει υπό την επιφύλαξη της νομιμοφροσύνης».
Οι προμνημονευθείσες κρυστάλλινες θέσεις του Μάνεση μας βοηθούν να αντιληφθούμε ότι η «αυτοπροστασία της μαχόμενης δημοκρατίας» καθίσταται αυτόχρημα υποκριτική, όταν η δημοκρατία φθάνει στο σημείο να δίνει την μάχη της, παραβιάζοντας κατάφωρα τους συνταγματικούς «κανόνες του παιχνιδιού». Εφόσον το άρθρο 29 παρ. 1 του ελληνικού Συντάγματος δεν προβλέπει ως έναν τέτοιο «κανόνα του παιχνιδιού» την «απαγόρευση κόμματος» και την έκπτωση ενός βουλευτή που ανήκει σε ένα (τάχα) αντιδημοκρατικό κόμμα, δεν είναι επιτρεπτή η θέσπισή του διά της πλαγίας οδού, ήτοι μέσω της εκλογικής νομοθεσίας.
Γι’ αυτό ο Μάνεσης αξιολογούσε το φαινόμενο της επίκλησης των «εσωτερικών εχθρών» της δημοκρατίας ως μια ύπουλη προσπάθεια της κυρίαρχης τάξης να καταλύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς, «χαρακτηρίζοντας τους πολιτικούς αντιπάλους της εχθρούς της πολιτικής ελευθερίας»30.
Το εν λόγω τέχνασμα της κρατικής εξουσίας, το οποίο εφήρμοσε επακριβώς η παρούσα κυβέρνηση εναντίον των ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ, περιγράφεται από τον Μάνεση ως ακολούθως:31
«Όσο για την κυρίαρχη τάξη, μ’ αυτή συμβαίνει το εξής, από πρώτη άποψη, “παράδοξο”: όταν δεν μπορεί, εξ αιτίας του δεδομένου συσχετισμού δυνάμεων, να απαρνηθεί ολότελα την ιδεολογία της και να καταλύσει ανοιχτά τους θεσμούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας, εμφανίζεται αντίθετα –κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία– ότι μεριμνά για την κατοχύρωσή τους. Ακόμη περισσότερο: διεκδικεί για τον εαυτό της ένα είδος “πολιτικής ορθοδοξίας”.
Και στο όνομα αυτής της ειδικότερα “δημοκρατικής ορθοδοξίας”, αφορίζει τους φορείς απόψεων που την αντιμάχονται: τους καθιστά “αποσυνάγωγους”, τείνει να τους αποκλείσει από τον πολιτικό βίο και τους εμποδίζει να χρησιμοποιούν ισότιμα τις θεσμοποιημένες δημοκρατικές διαδικασίες και τις ατομικές ελευθερίες. Διότι τους χαρακτηρίζει “εσωτερικούς εχθρούς”.
Ουσιαστικά, όμως, πρόκειται για τις νέες κοινωνικοπολιτικές δυνάμεις που θα μπορούσαν, μέσα στα πλαίσια της υφισταμένης νομιμότητας, να προωθηθούν στην εξουσία. Το κατεστημένο έχει άλλωστε την τάση να επικαλείται τον κίνδυνο από τον “εσωτερικό εχθρό” ακόμη και σε περιπτώσεις που δεν είναι υπαρκτός ή να τον μεγαλοποιεί όποτε τούτο εξυπηρετεί τη συσπείρωση των συντηρητικών δυνάμεων. Με αυτή τη νοοτροπία ενδέχεται να διώκονται, όχι μόνο κατασταλτικά και όχι μόνο οι παράνομες πράξεις, αλλ’ ακόμη και οι πολιτικές ιδέες οι αντίθετες προς τις κατεστημένες.
Οι κρατούντες, διεκδικώντας για τον εαυτό τους την ικανότητα να “ορθοτομούν τον λόγον της (δημοκρατικής) αλήθειας”, χαρακτηρίζουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους, εχθρούς της πολιτικής ελευθερίας και τους αντιμετωπίζουν σαν τέτοιους. Και μιμούμενοι τον Saint-Just και τον αδιάφθορο Ροβιεσπιέρο, επαναλαμβάνουν για λογαριασμό τους το απόφθεγμα: “όχι ελευθερία για τους εχθρούς της ελευθερίας” – λησμονώντας ότι τούτο κυριαρχούσε μεν κατά τη γαλλική επανάσταση, αλλά στην περίοδο της τρομοκρατίας.
Απομένει πάντως να καθοριστεί κάθε φορά –από ποιον;– ποιοι είναι πράγματι οι “εχθροί της ελευθερίας”. Εάν ο καθορισμός αυτός είναι εύκολο να γίνεται από τους εκάστοτε κρατούντες, αφού αυτοί έχουν τη δυνατότητα να επιβάλουν καταναγκαστικά τις αντιλήψεις τους με μορφή νομικών κανόνων –auctoritas, non veritas facit legem–, χαρακτηρίζοντας “εχθρούς της ελευθερίας” τούς δικούς τους εχθρούς, δηλαδή τους εχθρούς της εξουσίας, δεν συμβαίνει το ίδιο με τους εξουσιαζόμενους, οι οποίοι δεν έχουν τέτοια δυνατότητα, να επιβάλουν δηλαδή και αξιοποιήσουν τη δική τους αντίστροφη αντίληψη.
Σε κάθε περίπτωση όμως είναι βέβαιο ότι οι περιορισμοί της ελευθερίας ενδιαφέρουν “δυνάμει” όλους τους κυβερνωμένους, έστω και αν φαίνεται ότι σε συγκεκριμένη στιγμή αφορούν και προσβάλλουν ορισμένους μόνον απ’ αυτούς. Διότι η ελευθερία, τόσο εννοιολογικά όσο και ιστορικά, έχει διαλεκτικό χαρακτήρα. Γι’ αυτό και είναι αδιαίρετη. Όλοι μπορούν να απειληθούν, από τη στιγμή που αναιρείται για ορισμένους. Ακόμη περισσότερο; Η ελευθερία που αξίζει δεν είναι τόσο η ελευθερία των συμφωνούντων, όσο η ελευθερία των διαφωνούντων. Όπως είχε πει η Ρόζα Luxemburg, ελευθερία είναι πάντα, τουλάχιστον, η ελευθερία εκείνου που σκέπτεται διαφορετικά. “Η ελευθερία για μόνους τους οπαδούς της κυβέρνησης ή για τα μέλη ενός μόνο κόμματος, οσοδήποτε πολυάριθμοι και αν είναι, δεν είναι ελευθερία… Η ελευθερία παύει να είναι αποτελεσματική όταν γίνεται προνόμιο”».
Λίγες αράδες παρακάτω, ο Μάνεσης καταλήγει σε ένα άκρως ανησυχητικό συμπέρασμα για την απουσία δημοκρατίας και ελευθερίας που αντανακλάται στον αντισυνταγματικό αποκλεισμό του κόμματος «ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ» από την διεξαγωγή των εκλογών για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και, τώρα, στην ακύρωση της εκλογής των τριών βουλευτών του:
«Η καθιέρωση οποιασδήποτε “πολιτικής ορθοδοξίας” σημαίνει ότι η κρατική εξουσία διεκδικεί εκτός από το “μονοπώλιο της βίας” και το “μονοπώλιο της αλήθειας”. Όταν, όμως, βάσει αυτού, απαγορεύει ή παρεμποδίζει πολιτικές ιδέες και δραστηριότητες, όταν αντικαθιστά τον διάλογο με το μονόλογο, τότε δεν υπάρχει δημοκρατία –η οποία προϋποθέτει και συνεπάγεται, ανέχεται και προστατεύει την πολλαπλότητα (πλουραλισμό) ως εγγύηση του “αυτοκαθορισμού” των κυβερνωμένων– αλλά αυταρχισμός και καταπίεση».
Να, λοιπόν, γιατί η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι τουλάχιστον αυταρχική και καταπιεστική. Στην επόμενη ενότητα θα φανεί γιατί είναι κάτι περισσότερο: μια μοντέρνα-πανούργα δικτατορία.
ΙΙΙ. ΜΟΝΤΕΡΝΑ-ΠΑΝΟΥΡΓΑ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ
Παρατηρώντας, λοιπόν, ότι, ως προς την αντισυνταγματική μεταχείριση των ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ, υπάρχει μια θεμελιώδης σύμπνοια από όλα τα συστημικά κόμματα (ανεξαρτήτως χρώματος) που συνηθίζουν να αυτοχαρακτηρίζονται ως «δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου» αλλά και από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (ορθότερα: Εξαπάτησης), διαπιστώνουμε ότι η Ελλάδα βρίσκεται παγιδευμένη σε έναν ανθελληνικό ιστό που μεθοδικά και περίτεχνα υφαίνει εδώ και πολλά χρόνια, αν όχι αιώνες, η Νέα Τάξη Πραγμάτων, διακαής πόθος της οποίας είναι η εγκαθίδρυση μιας Παγκόσμιας Κυβέρνησης που, από την φύση της, δεν ανέχεται την παραμικρή πατριωτική φωνή εντός του ελληνικού κοινοβουλίου.
Δεν χωρεί, λοιπόν, αμφιβολία για το τι συμβαίνει στην Ελλάδα:
Μια πανούργα, εθνομηδενιστική δικτατορία έχει απλώσει τα πλοκάμια της σε κάθε θεσμό, σε κάθε νευραλγικό θώκο.
Ο πατερ(κ)ούλης Μητσοτάκης κατάφερε το ανέφικτο:
Να ελέγχει τους πάντες και τα πάντα, να χειραγωγεί την Δικαιοσύνη, να ποδοπατεί το Σύνταγμα όποτε και όπως του γουστάρει, αλλά το κυριότερο: να έχει υπό τον απόλυτο έλεγχό του σχεδόν όλα τα ΜΜΕ.
Ελέγχοντας τα εΜ.Μ.Ε.τικά γρανάζια της φρενοβλαβοποίησης, ελέγχει κατά λογική ακολουθία και τους εγκεφάλους των πολιτών, οι οποίοι αδυνατούν να αντιληφθούν ότι:
ΕΧΟΥΜΕ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ – ΜΟΝΤΕΡΝΑ, ΒΕΒΑΙΩΣ-ΒΕΒΑΙΩΣ, αφού οι σημερινές δικτατορίες, για να είναι αποτελεσματικές, πρέπει να μιμούνται τον τρόπο με τον οποίο δρα ένα σαράκι.
Οι μακιγιαρισμένοι δημοκράτες ΡΟΚΑΝΙΖΟΥΝ, δηλαδή, την δημοκρατία ΕΚ ΤΩΝ ΕΝΔΟΝ, χωρίς να χρειάζεται να την ανατρέψουν με τεθωρακισμένα οχήματα!32
Αντ’ αυτών λειτουργούν με ΔΟΥΡΕΙΟΥΣ ΙΠΠΟΥΣ, χρησιμοποιώντας παράλληλα την ΞΥΛΙΝΗ ΓΛΩΣΣΑ της προπαγάνδας.
Και μετά διαμαρτύρονται κάποιοι, όταν γίνεται λόγος για ΕΣΧΑΤΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ!
Όχι μόνο εσχάτη, αλλά και αισχίστη προδοσία βιώνουμε!
Τι σχόλιο να κάνει κανείς τώρα και για τους Συνταγματολόγους ή Δημοσιολόγους, που έχουν καταπιεί την γλώσσα τους ή που περιορίζονται μόνο στην διευκρίνιση ότι η μετα-οργουελιανή εξίσωση «297 = 300» δεν ισχύει μόνο όπου το Σύνταγμα απαιτεί αυξημένη πλειοψηφία, όταν δηλ. ζητά την απόλυτη πλειοψηφία του ΟΛΟΥ αριθμού των βουλευτών.
Ιδού τι αναγράφεται στο άρθρο 67 του Συντάγματος:
«H Bουλή δεν μπορεί να αποφασίσει χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, που όμως ποτέ δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των βουλευτών» (πρβλ. και άρ. 51 παρ. 4 Συντ.).
Ο όλος αριθμός, λοιπόν, είναι ο αριθμός 300. Γι’ αυτόν τον λόγο είναι άκυρη η εξίσωση «297 = 300»!33
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η συνταγματική ιστορία της διατύπωσης περί του «όλου αριθμού». Όπως επισημαίνει ο Νίκος Παπασπύρου, αναπληρωτής καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στην Νομική Σχολή ΕΚΠΑ:34
«Το ζήτημα είχε τεθεί το 1874, όταν καταπατήθηκαν οι συνταγματικές διατάξεις περί απαρτίας με το σόφισμα ότι δεν λαμβάνονται υπόψη οι έδρες για τις οποίες δεν έχει ανακηρυχθεί βουλευτής ή αυτός δεν έχει ορκιστεί. Αυτό οδήγησε στην πτώση του Βούλγαρη, την άνοδο του Τρικούπη το 1875 και την κήρυξη άκυρων των νόμων. Η 30ή Νοεμβρίου είχε έκτοτε θεωρηθεί μελανή ημέρα του κοινοβουλευτισμού και για δεκαετίες η Βουλή εκείνη την ημέρα δεν συνεδρίαζε. Έτσι, στην αναθεώρηση του 1911 εισήχθη η φράση περί “όλου αριθμού”, δηλαδή εν προκειμένω 300».
Δυστυχώς, (και) ο Ν. Παπασπύρου ευλόγησε την απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, χαρακτηρίζοντας την φρενοβλαβοποιητικά «εύλογη και ισορροπημένη», αφού έλαβε ως δεδομένο ότι «υπήρχε ζήτημα υποκρυπτόμενης ηγεσίας»!
Οι λεγόμενοι «ειδικοί» της ιατρικής και νομικής επιστήμης, ιδίως λοιμωξιολόγοι και συνταγματολόγοι, μας πρόδωσαν με θεαματικό τρόπο στην εποχή του κορωνοϊού.
Ήταν αναμενόμενο να συνεχίσουν ακάθεκτοι να μας προδίδουν μέχρι σήμερα με κάθε άλλη αφορμή. Όσο δεν βγαίνουν ξεκάθαρα να πουν στον ελληνικό λαό ότι, για τους παραπάνω λόγους, η εκδοθείσα απόφαση του Εκλογοδικείου αποτελεί ένα πραξικόπημα ολκής, συμβάλλουν, διά της σιωπής τους ή διά της μισής αλήθειας που ομολογούν, στην εδραίωση της μοντέρνας-πανούργας δικτατορίας Μητσοτάκη.
Προσοχή: Μετά την πρόσφατη φρενοβλαβοποιητική του απόφαση, το Εκλογοδικείο αξίζει να ονομάζεται εφεξής Παραλογοδικείο.
Ευτυχώς, πάντως, που υπάρχει και η αντιφρενοβλαβοποιητική φωνή του Πάνου Λαζαράτου, Καθηγητή Διοικητικού Δικαίου στην Νομική Σχολή ΕΚΠΑ, ο οποίος στον λογαριασμό του στο facebook, έθεσε τον δάχτυλον επί τον τύπον των ήλων, διατυπώνοντας τα εξής ερωτήματα:35
1. Γιατί αυτή [ενν.: η απόφαση του Εκλογοδικείου] αποκλίνει (όπως δικαιούται με αιτιολογία) από την αθωωτική ποινική απόφαση.
2. ΓΙΑΤΙ ιδίως η επανάληψη των εκλογών στις συγκεκριμένες περιφέρειες είναι «ΠΕΡΙΤΤΗ» και μάλιστα ΠΡΟΦΑΝΩΣ, όπως απαιτεί το άρθρο 32 παρ. 3 ν. 345/1976, προκειμένου να ακολουθήσει αναπλήρωση που εδώ επίσης δεν ακολουθείται (βλ. 3), κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στην αυτή διάταξη. […]
3. ΓΙΑΤΙ η ανυπαρξία ρητής προβλέψεως του νόμου για την αναπλήρωση των εδρών απαγορεύει « αναλογική» προσαρμογή άλλων διατάξεων.
Ακολούθησε ο Χάρης Τσιλιώτης, ο οποίος, πέραν του επικριτικού σχολίου του που παρατέθηκε παραπάνω, σημείωσε και τα εξής:36
Σύμφωνα με πάγια νομολογία του ΑΕΔ, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 51 παρ. 3, 55 και 56 παρ. 1 Συντ., όπως ισχύει μετά την συνταγματική αναθεώρηση του 2001, προκύπτει ότι τα κωλύματα εκλογιμότητας ρυθμίζονται κατά τρόπο πλήρη και αποκλειστικό, διότι συνιστούν περιορισμούς του δικαιώματος του εκλέγεσθαι και επηρεάζουν εμμέσως την σύνθεση της Βουλής και για τον λόγο αυτόν οι σχετικές συνταγματικές διατάξεις είναι στενώς ερμηνευτέες (πρβλ. μεταξύ πολλών ΑΕΔ 2/2024, ΑΕΔ 9/2010, ΑΕΔ 20/2008 κ.ά.). Επεκτείνοντας αυτόν τον ορθό συλλογισμό, θα λέγαμε ότι, επειδή το δικαίωμα του εκλέγεσθαι εφάπτεται της δημοκρατικής αρχής ως οργανωτικής βάσης του πολιτεύματος κατ’ άρθρο 1 Συντ., οι οποιεσδήποτε αποκλίσεις από αυτήν όχι μόνο πρέπει να προβλέπονται απευθείας από το Σύνταγμα αλλά πρέπει να ερμηνεύονται και στενά. Στο ίδιο συμπέρασμα αγόμαστε υπό την έποψη του άρθρου 3 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ που κατοχυρώνει το ενεργητικό και το παθητικό εκλογικό δικαίωμα.
Στην εν λόγω απόφαση, το Δικαστήριο φαίνεται να αφίσταται θεαματικά από την παραπάνω πάγια νομολογία του, καθώς φαίνεται να κρίνει όχι μόνο για την νομιμότητα συμμετοχής φυσικού προσώπου στις εκλογές αλλά κατασταλτικά, πέραν του προληπτικού ελέγχου του Α1 Τμήματος του ΑΠ κατ’ άρθρο 32 ΕΝ, και για την νομιμότητα συμμετοχής κόμματος στις εκλογές, έστω και στο πλαίσιο της διαδικασίας ακύρωσης εκλογής Βουλευτή σε συγκριμένη εκλογική περιφέρεια.
Το ΑΕΔ κατά τρόπο που πραγματικά εκπλήσσει (σίγουρα όχι ευχάριστα) αποφαίνεται ότι η περίπτωση της εξαπάτησης των εκλογέων από τους εκλογικούς συνδυασμούς πολιτικού κόμματος με υποκρυπτόμενο αρχηγό αποτελεί λόγο παράβασης της εκλογικής διαδικασίας ή έλλειψης νομίμων προσόντων υποψηφίων και γι’ αυτό θεωρεί εαυτό αρμόδιο να το ελέγξει κατά τα ανωτέρω. Πλην, όμως, ο λόγος αυτός, που αληθής ων, συνιστά το αδίκημα της εξαπάτησης εκλογέων κατά το άρθρο 112 παρ. 2 Εκλογικού Νόμου, εξετάζεται από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο και όχι από το ΑΕΔ ως Εκλογοδικείο. Το ΑΕΔ φαίνεται με την παραδοχή αυτή να υποκαθιστά και να οικειοποιείται έστω και έμμεσα την δικαιοδοσία του ποινικού δικαστηρίου. Ακόμα και με την τραβηγμένη εκδοχή της 2/2024 προδικαστικής απόφασης του ΑΕΔ, που ανέστειλε την διαδικασία του μέχρις εκδόσεως αμετακλήτου αποφάσεως του αρμοδίου ποινικού δικαστηρίου επί της κατηγορίας κατά των 12 Βουλευτών του κόμματος αυτού, μεταξύ των οποίων και οι 3 των οποίων η εκλογή αμφισβητείτο ενώπιον του ΑΕΔ και εν τέλει ακυρώθηκε από αυτό, επικαλούμενη το άρθρο 52 Σ περί της ελεύθερης και ανόθευτης εκδήλωσης της λαϊκής θέλησης, αυτό θα έπρεπε να περιμένει την αμετάκλητη ποινική δικαστική κρίση, τοσούτω μάλλον δεν συνέτρεχαν λόγοι καταδίκης των Βουλευτών για το αδίκημα αυτό, όπως απεφάνθη τελικά το αρμόδιο Μονομελές Εφετείο Πλημμελημάτων σε πρώτο βαθμό.
IV. ΕΡΕΒΟΝ Ή ΕΡΕΒΟΣ;
Ο Σάμιουελ Μπάτλερ στο δυστοπικό μυθιστόρημά του «Έρεβον» έχει γράψει τα εξής υπέροχα λόγια:37
«Ευτυχώς η κοινή λογική, παρ’ ότι είναι απ’ τη φύση της ένα απ’ τα ευγενέστερα πλάσματα, όταν αισθάνεται το μαχαίρι στο λαρύγγι της, καταφέρνει ν’ αναπτύξει αναπάντεχες δυνάμεις αντίστασης κι αποτινάζει από πάνω της τους σοφολογιότατους, έστω κι αν την έχουν καβαλήσει και πιστεύουν ότι βρίσκεται στο έλεός τους».
Άραγε, ισχύει αυτό και για τους Νεοέλληνες του 2025; Ή μήπως η συμπαγής πλειοψηφία βρίσκεται σε τόσο βαθύ σκότος και έρεβος, που δεν μπορεί να αφυπνισθεί παρά μόνο από έναν ΙΣΧΥΡΟ ΣΕΙΣΜΟ, είτε κυριολεκτικώς είτε μεταφορικώς (η μεταφορική εκδοχή αφορά μια εθνική καταστροφή, π.χ. ανάλογη της τραγωδίας της Σμύρνης);
Λαός που δεν αντιλαμβάνεται ότι τον κυβερνά επί τόσα χρόνια ένα τυραννικό-μεταδημοκρατικό καθεστώς, θα ξυπνήσει με ΤΡΑΝΤΑΓΜΑ.
Αν δεν ξυπνήσει ούτε τότε, διότι έχει πάθει ό,τι και ο Ουίνστον Σμιθ στο «1984», δηλ. έχει αγαπήσει τον ΜΕΓΑΛΟ ΑΔΕΛΦΟ, οπότε η δικτατορία έχει καταστεί συναινετική, ο λαός θα καταστραφεί, με ακρίβεια μαθηματική.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ 1: Η παραίτηση Βορίδη αποτελεί συνέπεια ενεργοποίησης των αμείλικτων πνευματικών νόμων, δεδομένου ότι αυτός ήταν ο πάλαι ποτέ πατριώτης, που, αφού προσκύνησε την Νέα Τάξη Πραγμάτων, τα τίναξε όλα στον αέρα και άνευ ντροπής μετετράπη σε νομικό αλχημιστή και διακορευτή του ελληνικού Συντάγματος, προκειμένου να στερήσει από ένα τμήμα του ελληνικού λαού το ιερό του δικαίωμα να ψηφίσει το κόμμα που εκείνος πίστευε ότι έπρεπε να τον εκπροσωπεί στις εθνικές εκλογές ή τις ευρωεκλογές. Η λόγω εωσφορικής αλαζονείας ύβρις του Βορίδη οδήγησε στο θόλωμα του νου του, οπότε ήταν θέμα χρόνου να επέλθει η νέμεσις.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ 2: Το ανωτέρω κείμενο αποτελεί εμπλουτισμένη εκδοχή του άρθρου που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 22/06/2025, σελ. 57, υπό τον τίτλο «Η νεκρανάσταση των χουντικών Συνταγμάτων από το Εκλογοδικείο».
Μτφ.: Ν. Μπάρτη, εκδ. Κάκτος, Αθήνα 1978, σελ. 246.
Μτφ.: Θ. Κωστόπουλος, εκδ. Βιβλιοαθηναϊκή, χ.χ., σελ. 107.
Έτσι και η μετάφραση της Αγγ. Τατάνη, εκδ. Γράμματα 1990. Πρβλ. τη μετάφραση των Ν. Καρακίτσου-Ντουζέ/Μ. Κασαμπαλόγλου-Ρομπλέν, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2010, σελ. 154: «Μα φτάνει πάντα μια στιγμή στην ιστορία όπου όποιος τολμήσει να πει ότι ένα κι ένα κάνουν δύο τιμωρείται με θάνατο».
Μτφ.: Σπ. Ευαγγελάτος, εκδ. Ερμής, Αθήνα 2000, σελ. 108.
Μπρεχτ, Ποιήματα, μτφ.: Ν. Βαλαβάνη, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 4η έκδ., Αθήνα 1992, σελ. 256.
Στο άρθρο μου με τίτλο «Οδεύουμε προς πολιτειακή ανωμαλία;» είχα γράψει επί λέξει ότι: κινδυνεύει σήμερα να αδικηθεί κατάφωρα ένα κόμμα της αποκαλούμενης «πατριωτικής δεξιάς», δηλ. οι ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ, και δη, όχι μόνο από την τυχόν μη ανάδειξή του στις επικείμενες ευρωεκλογές, αλλά και από την ενδεχόμενη αφαίρεση των εδρών του στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Βλ. Γιώργου Μπουρδάρα, Προτεραιότητα η εμπιστοσύνη στους θεσμούς, εφημ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 12.06.2025, σελ. 4.
Βλ. π.χ. εφημ. ΕΣΤΙΑ, 11.06.2025, σελ. 1.
«Bουλευτική έδρα που κενώθηκε μέσα στο τελευταίο έτος της περιόδου δεν συμπληρώνεται με αναπληρωματική εκλογή, όταν απαιτείται κατά το νόμο, εφόσον οι κενές έδρες δεν είναι περισσότερες από το ένα πέμπτο του όλου αριθμού των βουλευτών”. Άρα, η αναπλήρωση είναι αναγκαία, όταν η κένωση δεν λαμβάνει χώρα στο τελευταίο έτος της περιόδου, όπως, δηλαδή, στην υπόθεση των ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ.
«1. Οι βουλευτικές έδρες που κενώνονται για οποιοδήποτε λόγο κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου σε κάποια εκλογική περιφέρεια, πληρώνονται από τους αναπληρωματικούς του ίδιου συνδυασμού στην ίδια εκλογική περιφέρεια, που τυχόν έχουν ανακηρυχθεί, οι οποίοι καλούνται από τον Πρόεδρο της Βουλής για την πλήρωση έδρας που κενώθηκε κατά τη σειρά της ανακήρυξής τους.
2. Αν δεν υπάρχουν αναπληρωματικοί που προβλέπει η προηγούμενη παράγραφος ή ο αριθμός τους έχει εξαντληθεί, προκηρύσσεται αναπληρωματική εκλογή στην εκλογική περιφέρεια, στην οποία κενώθηκαν οι βουλευτικές έδρες».
Φραγμός στην Ακροδεξιά, αλλά με σεβασμό στο Σύνταγμα, εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 11.06.2025, σελ. 10.
Εφημ. «Ελευθερία» της 9ης Δεκεμβρίου 1951.
Ως πατέρας του σλόγκαν αυτού αναγνωρίζεται ο Οντιλόν Μπαρό (Odilon Barrot), πρωθυπουργός του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, ο οποίος το 1849 είχε πει την επίμαχη φράση στην γαλλική Εθνοσυνέλευση: «la légalité nous tue». Με την εν λόγω φράση ο Μπαρό ήθελε να δικαιολογήσει την λήψη έκτακτων μέτρων για την καταπολέμηση του αριστερού και δεξιού «εξτρεμισμού». Το συγκεκριμένο σλόγκαν είχε αναδείξει ο αείμνηστος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Αριστόβουλος Μάνεσης σε ένα συγκλονιστικά επίκαιρο κείμενό του με τίτλο «Η κρίση των θεσμών της φιλελεύθερης δημοκρατίας και το Σύνταγμα» (Συνταγματική Θεωρία και Πράξη, 1980, σελ. 557 = Σύγχρονα Θέματα, Τεύχ. 8, Ιούλ. 1980, σελ. 20 επ.), με την διαφορά ότι ο Μάνεσης αναφέρεται στην φράση «η νομιμότητα μάς σκοτώνει» για να επισημάνει κάποια νομικοπολιτικά συμπτώματα που είναι δηλωτικά της κρίσης των θεσμών της φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Έτσι και ο Κατρούγκαλος, ό.π. (βλ. υποσ. 13).
Επ’ αυτού βλ. Fluemann, Streitbare Demokratie in Deutschland und den Vereinigten Staaten, 2015, σελ. 96.
Εφημ. «Η Καθημερινή», 15.06.2025, σελ. 17.
Τόμ. Ι, 1980, σελ. 557 = Σύγχρονα Θέματα, Τεύχ. 8, Ιούλ. 1980, σελ. 20 επ.
Στην απόσυρση του άρθρου 12 παρ. 3 του κυβερνητικού σχεδίου Συντάγματος, το οποίο είχε ως πρότυπο το άρθρο 21 του Θεμελιώδους Νόμου της Βόννης, και στην διατήρηση μόνο της εγγυητικής ρήτρας, αναφέρεται και ο Δ. Τσάτσος, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμ. Α΄, Θεωρητικό Θεμέλιο, έκδ. Δ΄, 1994, σελ. 247, αριθμ. 2.
Εφημ. «Η Καθημερινή», 15.06.2025, σελ. 17.
Μάνεσης, ό.π., σελ. 557.
Μάνεσης, ό.π., σελ. 560.
Μάνεσης, ό.π., σελ. 565/566.
Βλ. και Μάνεση, Το πρόβλημα της ασφάλειας του κράτους και η ελευθερία, Επιθεώρησις Δημοσίου Δικαίου, τ. 6 (1962), σελ. 5 επ., 7 επ., 123 = Συνταγματική θεωρία και πράξη, ό.π., σελ. 390 επ., 392 επ., 417.
Συνταγματική θεωρία και πράξη, ό.π., σελ. 561.
Συνταγματική θεωρία και Πράξη, ό.π., σελ. 563/564.
Αυτόθι.
Βλ. D. Runciman, Έτσι τελειώνει η δημοκρατία;, μτφ.: Π. Γεωργίου, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2019, σελ. 65.
Σχετικά με την κωλοτούμπα ολκής για τους 151 της Βουλής και την αναδίπλωση Π. Μαρινάκη, που μιλούσε για πλειοψηφία 149 βουλευτών με το βλέμμα στραμμένο στην επίφοβη ψηφοφορία για τα Τέμπη βλ. εφημ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 12.06.2025, σελ. 06.
Οι αυξημένες πλειοψηφίες ορίζονται από 300 βουλευτές, εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 11.06.2025, σελ. 10.
Μτφ.: Χ. Παπαϊωάννου, εκδ. Αίολος, Αθήνα 1992, σελ. 228.